Επιλογές μελών

Όνομα Χρήστη

Κωδικός Πρόσβασης

Να με θυμάσαι
Υπενθύμιση Κωδικού Πρόσβασης;
Αρχική arrow Γλωσσάρι
Γλωσσάρι μαγειρικών όρων.

Να αρχίζει από Να περιέχει Ακριβής όρος

Υποβολή όρου
Όλα | A | B | C | D | E | F | G | H | I | J | L | M | O | P | Q | R | S | T | Ά | Α | Β | Γ | Δ | Έ | Ε | Ζ | Θ | Κ | Λ | Μ | Ν | Ξ | Ο | Π | Ρ | Σ | Τ | Φ | Χ | Ψ | Ω

Α
Υπάρχουν 26 όροι σε αυτό το γράμμα.
Σελίδες: 1 2 ... Επόμ
Όρος Περιγραφή
Α λαΥποδηλώνει τον τρόπο με τον οποίο είναι μαγειρεμένο το φαγητό
 
Α λα Αλεμάντ (A l' Allemande)Γαλλικός όρος μαγειρικής για μια γαρνιτούρα γερμανικού τύπου που συνοδεύει ζυμαρικά ή πατάτες πουρέ.
 
Α λα αλσασιένΓαλλικός όρος μαγειρικής που σημαίνει την προσθήκη σουκρούτ ή πατάτας στο συγκεκριμένο πιάτο.
 
Α λα γκρεκΛαχανικά, ιδίως μανιτάρια και αγκινάρες, μαγειρεμένα με ελαιόλαδο, κόλιανδρο και άλλα καρυκεύματα. Σερβίρονται κρύα.
 
Α λα λυοναιζ (a la lyonnaise)Γαλλικός όρος μαγειρικής που σημαίνει την προσθήκη τηγανιτών κρεμμυδιών σε ένα πιάτο ή σε μια γαρνιτούρα.
 
Α λα μενιέρ (a la meunière)Γαλλικός όρος μαγειρικής για μια σάλτσα βουτύρου που ετοιμάζεται με διαυγές βούτυρο (beurre clarifie) που καίγεται και κατόπιν αρωματίζεται με μαϊντανό ψιλοκομμένο και χυμό λεμονιού. Συνοδεύει άριστα ψάρια (ιδίως γλώσσα) ψητά ή ποσέ ή στον ατμό.
 
Α λα πρινσές (a la princesse)Γαλλικός όρος μαγειρικής για μια γαρνιτούρα από αγκινάρες, σπαράγγια και πατάτες που συνοδεύει ψητά κρέατα.
 
Α λα προβενσάλ (a la provençale)Γαλλικός όρος μαγειρικής για φαγητά μαγειρεμένα με τομάτες, σκόρδο, ελαιόλαδο, κρεμμύδια, ελιές και καμιά φορά μανιτάρια και ατζούγιες.
 
Α λα φορεστιέρΦαγητό με διάφορα είδη μανιταριών, σωταρισμένων με βούτυρο αλλά και πατάτες κομμένες σε κύβους και τηγανισμένες σε βούτυρο.
 
Α Πουέν (à point)Έξω ψημένο αλλά υγρό και ζουμερό, στο κέντρο ροζ κρέας
 
Αγιολί ( Σάλτσα)Σάλτσα της Νότιας Γαλλίας με βάση τη μαγιονέζα, αρωματισμένη με μπόλικο λιωμένο σκόρδο. Συνοδεύει κυρίως παστό μπακαλιάρο αλλά και ψάρια του γλυκού νερού, σαλάτες με τομάτα, και βραστά κρέατα.
 
Αγκάρ (Agar)Ζελατίνη προερχόμενη από φύκια. Χρησιμοποιείται σε χορτοφαγικά πιάτα και ευρύτατα στην κουζίνα της Άπω Ανατολής.
 
ΑισμπεργκΛαχανικό τύπου μαρουλιού με λευκό χρώμα.
 
Αλ ντέντεΌρος που περιγράφει πώς οι Ιταλοί τρώνε τα ζυμαρικά τους, δηλαδή μαγειρεμένα τόσο ώστε όταν τα δαγκώνεις "να κρατάνε" και να μην είναι παραβρασμένα. Κατά λέξι σημαίνει "στο δόντι".
 
Αλ ντέντε (Al dente)Όρος που περιγράφει πώς οι Ιταλοί τρώνε τα ζυμαρικά τους, δηλαδή μαγειρεμένα τόσο ώστε όταν τα δαγκώνεις "να κρατάνε" και να μην είναι παραβρασμένα.
 
Αλ' αματριτσιάνα (all' amatriciana)Ιταλικός όρος μαγειρικής για πιάτα με σάλτσα τομάτα που περιέχει κομμένα κρεμμύδια και μπέικον. Η σάλτσα αυτή συνοδεύει πιάτα με ζυμαρικά (σπαγγέτι αλ’αματριτσιάνα) κρέατα και κοτόπουλο.
 
ΑλιφώνιΑλλη ονομασία του φυτού "σταμναγκάθι, που πολλοί ΣΕΦ χρησιμοποιούν και στις σαλάτες.
 
ΑλμηΔιάλυμα αλατιού που χρησιμοποιείται για τη διατήρηση κρεάτων, ψαριών και λαχανικών.
 
ΑλουσιάΒραστό νερό με μία κουταλιά στάχτη. Χρησιμοποιείται σε μερικές παραδοσιακές συνταγές ζαχαροπλαστικής.
 
Αμαρέτι (amoretti ή amaretti)Μικρά, ιταλικά γλυκά μπισκοτάκια με άρωμα πικραμύγδαλου που συνοδεύουν τον καφέ στο τέλος του γεύματος.
 


Όλα | A | B | C | D | E | F | G | H | I | J | L | M | O | P | Q | R | S | T | Ά | Α | Β | Γ | Δ | Έ | Ε | Ζ | Θ | Κ | Λ | Μ | Ν | Ξ | Ο | Π | Ρ | Σ | Τ | Φ | Χ | Ψ | Ω