2 Μαΐου 2024

ΤΑ ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΙΗΣΟΥ ΣΤΟΝ ΣΤΑΥΡΟ…

Τα τελευταία ιερά ειρηνικά λόγια του Ιησού (Αποσπάσματα), προς τους Αποστόλους μαθητές του, προτού ανέβει τον Γολγοθά και σταυρωθεί:
 
«Πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τα έθνη, βαπτίζοντες αυτούς εις το όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος, διδάσκοντες αυτούς τηρείν πάντα όσα ενετειλάμην υμίν. (Ειρηνη – Αγάπη – Ου φονεύσεις – Αγαπάτε αλλήλους και άλλα ειρηνικά διδάγματα και εντολές). Και ιδού εγώ μεθ’ υμών ειμί πάσας τας ημέρας έως της συντέλειας του αιώνος. Αμήν». Το μίσος των συνανθρώπων του, εν γνώση του, τον οδηγούσε σε ένα ανείπωτο μαρτυρικό θάνατο. 
 
Και όμως το ύψιστο μεγαλείο της Ειρηνικής Θεϊκής Του ψυχής και σοφίας, δίδασκε μέχρι τέλους, τους μαθητές του, να συγχωρούν ακόμη και τους εχθρούς τους και να αγαπούν αλλήλους. Επί του Σταυρού του μαρτυρίου, είπε, απευθυνόμενος στον Πατέρα του, τα τελευταία λόγια, για τους δήμιους του, που τον σταύρωναν: «Άφες αυτοίς, ουκ οίδασι, τι ποιούσι. Τετέλεσθαι!» 
 
Λόγια ανεπανάληπτα της ατέρμονης θείας μεγαλοψυχίας του, που αντιλαλούν μέχρι σήμερα και διδάσκουν ειρήνη, σε αντίθεση με τα διδάγματα και εντολές του Κορανίου. Είναι το υπέρτατο μεγαλείο ιερής παρακαταθήκης, που χάρισε και δίδαξε σε όλο τον κόσμο, που επιλέγει μέχρι σήμερα τους πολέμους αντί της Ειρήνης. Η Ανάσταση…. Και αναστάντα την Τρίτη ημέρα κατά τας Γραφάς….. Ματθαίος κεφ. 28, Μάρκος κεφ. 16, Λουκάς κεφ. 24, Ιωάννης κεφ. 20. Πράξεις Αποστόλων 3:36… « Ο δε Θεός ήγειρεν αυτόν εκ νεκρών».
 
Αν μη τι άλλο, κάποιοι πιστοί άλλων θρησκειών και ειδικότερα οι Τούρκοι Μωαμεθανοί Σουνίτες Σαλαφιστές, που «αποδέχονται» δήθεν τον Ιησού σαν Μεσσία,- αλλά ποτέ δεν εφαρμόζουν τα ειρηνικά του διδάγματα και εντολές-, ή ακόμη και άθεοι άνθρωποι που δεν πιστεύουν στον Ιησού και δεν τον θεωρούν Θείο πρόσωπο, να μελετήσουν, όπως μελετούν τους μεγάλους Έλληνες ιστορικούς φιλόσοφους ή άλλους και του Ιησού, τα ανεπανάληπτα σοφίας διδάγματα και είναι βέβαιον, ότι θα τον αποδεχθούν τουλάχιστον, ως τον μοναδικό υπέρτατο και απόλυτο σοφό φιλειρηνιστή διδάσκαλο, που πέρασε ποτέ από αυτό τον κόσμο, αφήνοντας πίσω του τα ωραιότερα, ιερότερα και σοφότερα θεϊκά διδάγματα αγάπης ειρήνης και ισότητας. Τι άλλο πιο θεϊκό υπάρχει μετά από αυτό; Τι;  
 
Του Ιησού τα Ευαγγέλια γράφτηκαν σε παπύρους, περγαμηνές, μαρμάρινες πλάκες και παραμένουν ανεξίτηλα χαραγμένα αιώνια, σαν η μεγαλύτερη ιστορική παγκόσμια ιερή κληρονομιά, που διδάσκει σε όλους τους ανθρώπους Ειρήνη και πως μπορούν να γίνουν καλύτεροι, ακόμη και σοφότεροι και να μπορέσουν να αγγίξουν επί των τύπων των ίλων …… 
 
Και ας μελετήσουν εκτός του Ιερού Ευαγγελίου και τα πιο κάτω συμβολικά και παραβολικά λόγια ….. κατά τις ιερές γραφές …. Α.Α. 
 
Καταπληκτικά Ευαγγελίου λόγια θεϊκής επιφοίτησης. 
 
ΤΑ ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΙΗΣΟΥ … 
 
Τοῦ Μητροπολίτου Καισαριανῆς, Βύρωνος καί Ὑμηττοῦ Δανιήλ 
 
Ἄν τά τελευταῖα λόγια ἑνός ἑτοιμοθανάτου μένουν βαθιά χαραγμένα στή μνήμη μου, πόσο περισσότερο δέν πρέπει νά μείνουν τά λόγια τοῦ θείου Λυτρωτοῦ. 
 
Α) Πάτερ, ἄφες, αὐτοῖς οὐ γάρ οἴδασι τί ποιοῦσι. Λόγια ἀνεξικακίας. Οἱ σταυρωτές τοῦ Ἰησοῦ δέν ξέρουν τί κάνοι, γιατί νόμισαν ὅτι μέ τήν σταύρωσή Του θά ἐκμηδενίζοταν τό ἔργο του. 
Β) Σήμερον μετ’ ἐμοῦ ἔσῃ ἐν τῷ Παραδείσῳ. Λόγια ἐνθαρρυντικά. Ἄν συμμεριθῶ τά πάθος τοῦ Κυρίου θά ἀπολαῦσω καί τόν Παράδεισο. 
Γ) Ἰδού ὁ υἱός σου. Ἰδού ἡ μήτηρ σου. Λόγια ἀγάπης. Ὁ θεῖος Ἐσταυρωμένος χαρίζει στούς ἀνθρώπους, ὅ, τι πολυτιμότερο τοῦ ἀπέμεινε. 
Δ) Θεέ μου, Θεέ μου, ἵνα τί μέ ἐγκατέλειπες; Λόγια στεναγμοῦ. Ὁ Ἰησοῦς σάν τέλειος ἄνθρωπος προτρέχει στόν Θεό στό κορύφωμα τοῦ πόνου του. 
Ε) Διψῶ. Λέξεις αἰτήσεως. Διψᾶ γιά ψυχές. Μέ τατεινοφροσύνη ἐκφράζει τήν ἐπιθυμία του. 
ΣΤ) Πάτερ, εἰς χεῖράς σου παρατίθημι τό πνεῦμα μου. Λόγια ἐγκαταλείψεως στόν Θεό. Αὐτά νά εἶναι καί τά δικά μου τελευταῖα λόγια. 
Ζ) Τετέλεσται. 
Λέξεις θριάμβου. Τελείωσε ἡ ζωή του. Τελείωσε ἡ ἀποστολή του. 
 
Θεῖε Ἐσταυρωμένε, εἶσαι ὁ μαγνητικός πόλος τῶν ψυχῶν, τράβηξέ με κοντά σου γιά νά βρῶ τώρα τή γαλήνη τῆς ψυχῆς μου καί ἀργότερα νά δῶ τίς ἔνδοξες πληγές σου. 
 
ΜΕΓΑΛΗ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 
 
ΤΑ ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΛΥΤΡΩΤΟΥ
«Καί ὁ Ἰησοῦς ἔλεγε: Πάτερ, ἄφες αὐτοῖς» (Λουκ. 23, 34) 
 
Ἄν τά λόγια ἑνός ἑτοιμοθάνατου ἀγαπητοῦ προσώπου μένουν βαθιά χαραγμένα στή μνήμη μου καί ἡ τελευταία του ἐπιθυμία μένει γιά μένα Ἱερή ἀνάμνησι καί σεβαστή παρακαταθήκη, πόσο περισσότερο δέν πρέπει νά μείνουν σεβαστά κι ἀγαπητά, σάν Ἱερή παράδοσι τά λόγια Ἐκείνου, πού θυσιάστηκε γιά μένα, Ἐκείνου πού τίς τελευταῖες στιγμές τῆς μαρτυρικῆς Του ζωῆς, ὅταν βρισκόταν κρεμασμένος μεταξύ οὐρανοῦ καί γῆς, εἶπε ἑπτά μόνον λόγια, πού οἱ εὐσεβεῖς γυναῖκες καί ὁ ἀγαπημένος μαθητής Του Ἰωάννης, ἀνέφεραν πιστά. Αὐτά τά λόγια πρέπει νά εἶναι γιά μένα Ἱερός ἑπτάλογος καί Ἱερή παρακαταθήκη καί νά μείνουν σεβαστά, παντοτινά χαραγμένα στή μνήμη μου, συνηθισμένο θέμα τῆς μελέτης μου, γιατί βγῆκαν ἀπό τό στόμα Ἐκείνου, πού τόσο μέ ἀγάπησε, ὥστε ἔδωσε καί τή ζωή Του γιά μένα, χύνοντας τό αἷμα Του ὡς τήν τελευταία σταγόνα πάνω στό ἀτιμωτικό ξύλο τοῦ Σταυροῦ. 
 
Αὐτά τά λόγια, λόγια ἀνεξικακίας καί ἀγάπης, λόγια μακροθυμίας καί ἐλέους, δωρεᾶς καί συμπόνιας, στεναγμοῦ καί ταπεινοσύνης, ἐπιθυμίας καί ἀνάγκης, ἀγωνίας καί ἐλπίδος, χαρᾶς καί ἡρωισμοῦ, θά μελετήσω σήμερα γιά νά τά κάνω καί δικά μου λόγια τήν ὥρα τῆς δοκιμαοἱας καί τοῦ πόνου. 
 
Ι 
 
Ὁ Ἰησοῦς εἶχε ὑποστῆ τή μαρτυρική ἀγωνία στόν κῆπο τῶν Ἐλαιῶν, τίς ὕβρεις, τίς μαστιγώσεις, τούς ἐμπαιγμούς, τά ραπίσματα, τούς ἐμπτυσμούς, τόν ἀγκάθινον στέφανον καί βρισκόταν καρφωμένος πάνω στό ἀτιμωτικό ξύλο τοῦ σταυροῦ, παρατημένος ἀπό ὅλους, χωρίς καμιά ἀνακούφισι ἡ ἐνθάρρυνσι γιά τό ἀπολυτρωτικό Του ἔργο. Νόμιζε κανείς ὅτι τουλάχιστο τώρα, στήν ἀξιοθρήνητη θέσι Του, πάνω στό σταυρό, θά συγκινοῦσε τίς καρδιές τῶν Φαρισαίων, τῶν Γραμματέων καί τῶν Ἀρχόντων τοῦ λαοῦ. Κάθε ἄλλο ὅμως. Αὐτοί, βλέποντας τόν ἔτσι ταπεινωμένο, Τοῦ φώναζαν «Ἔ, σύ, πού καυχόσουν νά καταστρέψης τό ναό καί νά τόν ξανακτίσεις σέ τρεῖς μέρες, σύ, πού ἔδινες τό σημεῖο αὐτό γιά ἔνδειξη τῆς θεϊκῆς σου καταγωγῆς, δέ σοῦ ζητᾶμε τόσο μεγάλο θαῦμα. Μόνο, ἄν εἶσαι υἱός τοῦ θεοῦ, κατέβα ἀπό τό σταυρό καί τότε μεῖς θά πιστεύσουμε». 
 
Ὁ Ἰησοῦς, πού ἄκουε μέ ὑπομονή καί μεγαλοψυχία αὐτές τίς βλασφημίες καί ταπεινά δεχόταν ὅλες τίς προσβολές, σηκώνοντας ὑψηλά τά ἱκετευτικά βλέμματά του, εἶπε τά πρῶτα λόγια τῆς μελέτης μου: «Πάτερ, ἄφες αὐτοῖς οὐ  γάρ οἴδασι τί ποιοῦσι» (Λουκ. 23, 34). «Πατέρα, συγχώρεσέ τους, γιατί δέν ξέρουν τί κάνουν». 
 
Καμιά θειότερη παράκλησι ἀπ’ αὐτή δέν ὑψώθηκε στόν οὐρανό ἀπό τόν καιρό πού ζοῦν ἄνθρωποι καί προσεύχονται. Δέν ἦταν προσευχή ἀνθρώπου, ἀλλά προσευχή Θεοῦ πρός Θεό, γιατί οἱ ἄνθρωποι δέν ξέρουν νά συγχωρέσουν οὔτε τήν ἁγνότητα στούς ἁγνούς, οὔτε τή δικαιοσύνη στούς δικαίους. 
 
«Ἄφες αὐτοῖς», ὤ λόγια μακροθυμίας καί ἀγάπης! “Ὤ θεϊκά λόγια, πού ἔπειτα ἀπό εἴκοσι αἰῶνες δέ θά κουραστῶ ν’ ἀκούω. Λόγια παρηγορητικά, πού θά γεμίζουν τήν ψυχή μέ γαλήνη καί χαρά. 
 
Ὁ καρδιογνώστης Κύριος προγνώριζε τήν κατάσταοἱ μου, γι’ αὐτό παρεκάλεσε τόν οὐράνιό Του Πατέρα νά μοῦ συγχωρέση, γι’ αὐτό πρόφερε τά συμφιλιωτικά αὐτά λόγια, τά γεμάτα ἀνεξικακία καί ἀγάπη. 
 
Ὅταν κανείς γιά πρώτη φορά ἀκούει τά λόγια «ἄφες αὐτοῖς» καί δέν ἐμβαθύνει στήν ἔννοια, ἀνησυχεῖ καί διερωτᾶται· «Πῶς ὁ Ἰησοῦς λέγει ὅτι οἱ δήμιοί του καί οἱ ὑβριστές του δέν ξέρουν τί κάνουν; Δέν ἤξεραν ὅτι ὁ Ἰησοῦς ἦταν ἀθῶος, μεγάλος εὐεργέτης, ξακουστός προφήτης καί ὅτι αὖτοι ἦταν δόλιοι, σκληροί, ὑποκριτές, συκοφάντες; Πῶς ὁ Ἰησοῦς λέγει ὅτι δέν ξέρουν τί κάνουν;». 
 
Ὁ Ἰησοῦς εἶχε δίκαιο. Οἱ δήμιοί του, οἱ Φαρισαῖοι καί ὁ λαός δέν ἤξεραν τί κάνουν. Ἦταν περισσότερο τυφλοί παρά διεστραμμένοι. Νόμιζαν ὅτι θά ἐκμηδενίσουν τίς ἐπαγγελίες τοῦ Μεσσία καί θά διέλυαν τή βασιλεία του, τήν στιγμή πού οἱ ἴδιοι συνέτειναν στήν καθίδρυσί της. Δέν ἤξεραν ἐκεῖνο πού ἔκαναν, γι’ αὐτό καί ὁ μακρόθυμος Κύριος ζητά νά τούς συγχωρέση ὁ οὐράνιός Του Πατέρας. «Ἄφες αὐτοῖς». Ἡ ἀμάθεια τῶν ἀνθρώπων, παρατήρησε ἕνας συγγραφεύς, εἶναι τόσο ἀπέραντη, ὥστε οἱ λιγώτεροι εἶναι ἐκεῖνοι πού ξέρουν πραγματικά τί κάνουν.(Παπίνι, Ἡ ζωή τοῦ Χριστοῦ, σελ. 416) 
 
Καί ἐγώ, κάθε φορά πού προσβάλλω τή θεία δικαιοσύνη, δέν ξέρω τί κάνω. Ἀποτυφλώνομαι ἀπό τίς προκαταλήψεις μου, τίς ἀμφιβολίες μου, τούς δισταγμούς μου στήν πίστι παρασύρομαι ἀπό τά πάθη καί τίς ἀδυναμίες μου. Τά λόγια τοῦ Χριστοῦ εἰπώθηκαν καί γιά μένα. Σέ εὐχαριστῶ, θεῖε Διδάσκαλε, γιά τήν ἄκρα αὐτή ἀνεξικακία Σου, γιατί θέλησες νά πεῖς καί γιά μένα τό «ἄφες αὐτοῖς». Τώρα πού σέ βλέπω καρφωμένο πάνω στό Σταυρό γιά νά μέ ἐξαγοράσης, τώρα πού ἄκουσα τή θεϊκή Σου ἐπίκλησι, νοερά γονατιστός στά ἄχραντά Σου πόδια, Σοῦ ὑπόσχομαι νά φυλάξω τό νόμο σου. Κι ἄν καμιά φορά παρακούσω τίς ἐντολές Σου θά εἶναι ἀπό ἄγνοια καί ἀδυναμία κι ὄχι ἀπό κακή θέλησι καί σκληροκαρδία. 
 
ΙΙ 
 
Ἀνάμεσα σέ κεῖνους, πού λασφημοῦσαν τό Χριστό ἦταν καί δυό ληστές, πού ἕνωναν τήν κακία τους στήν κακία τοῦ πλήθους. Δυό ἔνοχοι ληστές, πού οἱ Ρωμαῖοι σταύρωσαν δεξιά κι ἀριστερά τοῦ σταυρσῦ τοῦ Χριστοῦ. Κι αὐτοί δέν ἔπαυαν νά ὑβρίζουν τόν Ἰησοῦ. Μόλις ὅμως ὁ Χριστός πρόφερε τά λόγια τῆς ἀνεξικακίας, ὁ ληστής, πού βρισκόταν στά δεξιά ἀλλάξε σά νά τοῦ ρίχτηκε ἕνας δυνατός προβολέας στά βάθη τῆς ψυχῆς του καί εἶδε ὅλη τή δική του ἀθλιότητα καί τή δικαιοσύνη Ἐκείνου, πού βρισκόταν σταυρωμένος κοντά του. Μέ ἐπιβλητικό τόνο ἄρχισε νά ἐπιπλήττη τόν συγκατάδικό του λέγοντας: «Δέ φοβᾶσαι σύ τόν Θεό. Μεῖς δίκαια ἀπόλαμβάνομε γιά ὅσα πράξαμε, ἀλλά ὁ Δίκαιος αὐ- τός τί πταίει;» Καί γυρνώντας στό Χριστό ἔλεγε: «Μνήσθητί μου, Κύριε, ὅταν ἔλθης ἐν τῇ βασιλείᾳ Σου». Συγκινημένος ὁ Χριστός ἀπ’ αὐτή τήν ὁμολογία στρέφεται καί τοῦ λέει: «Σήμερον μετ’ ἐμοῦ ἔσῃ ἐν τῷ παράδείσῳ» (Λουκ. 23, 43). Αὐτά εἶναι τά δεύτερα λόγια ἀπό τόν ἑπτάλογο τοῦ Χριστοῦ. Μέ τά λόγια αὐτά ὁ ληστής ἔγινε δίκαιος καί ληστής, ὡς τό τέλος γιατί κατά τήν ἔκφρασι τοῦ ἱεροῦ Αὐγουστίνου ἔκλεψε κι αὐτόν τόν Παράδεισο. 
 
«Σήμερον μετ’ ἐμοῦ ἔσῃ», ἔπειτα ἀπό τά λόγια τῆς ἀνεξικακίας καί τῆς ἀγάπης ἔρχονται τά λόγια τῆς παρηγοριᾶς καί τῆς ἐλπίδος. Λόγια ἐνθαρρυντικά καί παρήγορα γιατί ἔπειτα ἀπό τίς μεγάλες στερήσεις καί δοκιμασίες ἔρχονται νά γλυκάνουν τούς πόνους καί νά ἱκανοποιήσουν τούς πόθους μου. Σήμερα, λέγει ὁ Χριστός. Σήμερα, χωρίς ἀναβολή. Ὄχι ἀργότερα, ἀλλά τώρα σοῦ ὑπόσχομαι ὅτι σήμερα κιόλας θά ἀπολαύσης τήν εὐτυχία τοῦ Παραδείσου. Αὐτή εἶναι ἡ ἐλπίδα καί ἡ παρηγοριά τοῦ χριστιανοῦ. Παρευθύς μετά τή ζωή αὐτή νά χαρῆ τόν Παράδεισο. 
 
Ἡ ζωή εἶναι σκληρή δοκιμασία, ἀλλ’ ἔχω τήν ἀλάνθαστη ὑπόσχεσι τοῦ Λυτρωτοῦ μας ὅτι ἄν συμμορφώνω τή ζωή μου σύμφωνα μέ τό νόμο του, σύντομα μιά μέρα θά χαρῶ μαζί του τήν αἰώνια βασιλεία Του. 
 
Τήν ὥρα λοιπόν τῆς δοκιμασίας, ὅταν ὁ πόνος μέ συντρίβη καί τά καυτερά δάκρυα τρέχουν τίς παρειές μου, θά σκεφθῶ τά παρηγορητικά λόγια τοῦ θείου Ἐσταυρωμένου. «Σήμερα μετ’ ἐμοῦ ἔσῃ ἐν τῷ Παραδείσῳ». Σύντομα θά λάβω τό μισθό μου. Τά δάκρυα τοῦ πόνου, ἀναμεμιγμένα μέ τά λόγια τῆς μετανοίας, θά μοῦ ἐξασφαλίσουν τή δόξα τοῦ Παραδείσου. 
 
ΙΙΙ 
 
Ὁ Χριστός ἔδωσε τήν ἐλπιδοφόρο ὑποσχεσι στό ληστή καί βυθίστηκε στήν ἀγωνία τῆς σιωπῆς καί τοῦ πόνου. Οἱ στρατιῶτες στά γύρω τοῦ Σταυροῦ μοίραζαν τά ἐνδύματά Του καί φιλονικοῦσαν ποιός θά πάρη τά καλύτερα. Στό διάστημα αὐτό μερικά πιστά κι ἀφοσιωμένα πρόσωπα πλησίασαν στό Χριστό Ἐσταυρωμένο. Ὁ Ἰησοῦς διέκρινε τήν Παρθένο Μαρία, τή Μητέρα του, καί τόν πολυαγαπημένο μαθητή Του Ἰωάννη. Μέ φωνή ἀδύνατη, τόσο γιά ν’ ἀκουσθεῖ στά ἀγαπημένά του πρόσωπα, λέγει στή μητέρα του: «Γύναι, ἰδού ὁ υἱός σου» καί γυρνώντας στό Ἰωάννη προσθέτει: «Ἰδού ἡ μήτηρ σου» (Ἰωάνν. 19, 26). 
 
Λόγια παράξενα καί συμβολικά, ζωντανή ἔκφρασις θείας προσφορᾶς καί γενναιοδωρίας. Ἡ καρδιά τοῦ Χριστοῦ καί σ’ αὐτή τήν κατάσταση, πού βρισκόταν δέν ἔπαυσε νά εἶναι ἡ πιό τρυφερή καί στοργική καρδιά ἀπό ὅλες τίς καρδιές τῶν ἄνθρωπων. Ἀπό τό ὕψος τοῦ Σταυροῦ Του εἶδε ὁ Χριστός τή Μητέρα του καί τό Μαθητή Του καί τούς εὐσπλαχνίσθηκε. Συλλογίστηκε ὅτι μετά τό θάνατό του ἡ ἡρωική μητέρα Του θά ἐπέστρεφε μόνη της στήν Ἱερουσαλήμ καί ὁ ἀγαπημενός Του μαθητής δέ θά εἶχε πιά τό ἀναπαυτικό στῆθος τοῦ Διδασκάλου γιά νά πῆ τόν πόνο του. Εἶδε πόσο θά ἦταν ὀδυνηρό στή Μητέρα Του νά ἔμενε χωρίς παιδί καί στό μαθητή νά ἔμενε χωρίς διδάσκαλο, γι’ αὐτό θέλησε νά πληρώση αὐτό τό κενό. Ἦταν σά νά ἔλεγε: «Μητέρα θά μείνης μόνη σέ λίγο, ἀλλά δέ θέλω νά μείνης ἀπροστάτευτη. Δέ θέλω νά κλαῖς χωρίς νά ἔχεις δίπλα σου ἕνα παρηγορητή. Βλέπεις κοντά τόν ἀγαπημένο μου μαθητή, σοῦ τόν δίνω στή θέσι μου. Βέβαια δέν μπορεῖ νά σέ περιβάλη μέ τά δικά μου Θεανδρικά αἰσθήματα, ἀλλά τουλάχιστο δέ θά μείνης μόνη. Δέξου τό μαθητή μου γιά προστάτη σου». 
 
Καί σύ, ἀγαπημένε μαθητή μου, δέ θά ἔχεις πιά τό στῆθος τοῦ Διδασκάλου γιά ν’ ἀκουμπήσης, οὔτε θ’ ἀκοῦς πιά ἀπό τό στόμα μου θεϊκά λόγια, πάρε ὅμως τή Μητέρα μου γιά συμβουλό σου καί προσπάθησε νά τήν ἀγαπᾶς, ὅπως τήν ἀγαπησα ἐγώ». 
 
Ὦ λόγια τρυφερῆς ἀγάπης καί συμπόνιας! Λόγια, πού ἀναφέρονται καί σέ μένα, γιατί γιά μένα εἶπε ὁ Χριστός: 
«Ἰδού ἡ μήτηρ σου». Ὅσο κανείς μελετᾶ τά λόγια αὐτά τόσο βυθίζεται στόν ὠκεανό τῆς ἀγάπης, πού πλημμύρισε τήν τρυφερή καρδιά τοῦ Ἰησοῦ. 
 
Τήν στιγμή πού ἡ ἀχαριστία τῶν ἀνθρώπων ἔφθασε στό κορύφωμά της, τήν ἴδια στιγμή ὁ πρᾶος Μαζωραῖος χάριζε στούς ἀνθρώπους ὅ,τι πολυτιμώτερο εἶχε στή γῆ, τή Μητέρα του. 
 
ΙV 
 
Ἀπό τήν ἕκτη ὡς τήν ἐνάτη ὥρα σκότος ἐκάλυψε τόν Γολγοθά καί τήν Ἁγία Πόλι. Ὁ ὄχλος φοβισμένος ἄρχισε ν’ ἀπομακρύνεται καί οἱ Φαρισαῖοι, ἔφευγαν σά σκιές διωγμένες ἀπό τή μεγάλη σκιά τοῦ Θεοῦ. Ὁ ἥλιος, εἰκόνα τοῦ δίκαιου Θεοῦ Πατέρα, ἔκρυψε τό φῶς του, τόσο, πού καί στάς Ἀθήνας ἕνας σοφός εἶπε: «Σήμερον, ἤ Θεός πάσχει ἤ τό πᾶν ἀπώλετο». Ὁ Ἰησοῦς ἔμεινε βυθισμένος στή σιωπή ἀπό τό μέγεθος τοῦ πόνου. Ἔπειτα ἀπό τρίωρη ἀγωνία ἀνασηκώνει τήν καταματωμένη κεφαλή Του, ὑψώνει τά μάτια του στόν οὐρανό καί φωνάζει: «Θεέ μου, Θεέ μου, ἵνα τί μέ ἐγκατέλειπες» (Ματθ. 27, 46). Ἦταν τό κύκνειο ἄσμα, τό κορύφωμα τοῦ πόνου, ἡ κραυγή τοῦ σπαραγμοῦ τοῦ Ἐσταυρωμένου. Ἦταν ὁ τέταρτος λόγος Του. 
 
Ἄν τά προηγούμενα λόγια ἦταν παράξενα καί ἀκατανόητα δέν εἶναι ὀλιγώτερο ὁ τέταρτός Του λόγος. Γιατί ὁ Ἰησοῦς λέγει τέτοια μεμψίμοιρα λόγια; Μήπως ἐπαναστατεῖ ἐνάντιον τοῦ Πατέρα Του; Μήπως δυσανασχετεῖ γιά τήν κατάντια του; Γιατί παραπονεῖται; Δέν εἶναι ὁ Ἴδιος, πού εἶπε προτήτερα στό Κῆπο τῶν Ἐλαιῶν: «Γενηθήτω τό θέλημά σου» καί ἦταν πρόθυμος νά πιῆ τό πικρό ποτήρι τοῦ θανάτου; Γιατί τώρα ὁ Ἰησοῦς παραπονεῖται ὅτι τόν ἐγκατέλειψαν ὡσάν νά μήν ἦταν υἱος τοῦ Θεοῦ; 
 
Ὁ Ἰησοῦς Χριστός στό Σταυρό ἦταν τό θύμα, πού ἔπρεπε νά ἐξιλέωση ὅλες τίς ἁμαρτίες τῶν ἀνθρώπων. Ἐκεῖνος ὁ ἄκακος ἀμνός τοῦ Θεοῦ, πού κατά τόν Προφήτη Ἠσαΐα «ἁμαρτίαν οὐκ ἐποίησε, οὐδέ εὑρέθη δόλος ἐν τῷ στόματι αὐτοῦ», δέχθηκε νά ἐμφανισθῆ στόν οὐράνιό Του Πατέρα φορτωμένος μέ τίς ἁμαρτίες μας. Ἡ θεϊκή Του φύσις γιά μιά στιγμή ἔπαυσε τήν ἀκτινοβολία Της καί, ὁ αἰώνιος Πατέρας γιά νά ἐξαλείψη στό πρόσωπό Του ὅλες τίς ἁμαρτίες τῶν ἄνθρωπων τόν ἐγκατέλειψε στόν Πόνο Του. Ἐκείνη τήν στιγμή ὁ Χριστός αἰσθάνθηκε τήν ἐγκατάλειψι αὐτή καί φώναξε: «Θεέ μου, Θεέ μου, ἵνα τί μέ ἐγκατέλειπες». Ἡ φωνή αὐτή εἶναι εἴδους παραπόνου καί διαμαρτυρίας, ἄλλ’ ἐπειδή στρεφόταν μέ ὅλη τήν ἐλπίδα, τήν ἀγάπη, τήν πίστι καί τήν ὑπακοή στό Θεό γίνεται μιά προσευχή. 
 
Ἀκόμη καί γιά ἕνα ἄλλο λόγο ὁ Ἰησοῦς εἶπε τά φαινομενικά λόγια ἀπελπισίας: «Θεέ μου, Θεέ μου, ἵνα τί μέ ἐγκατέλειπες», γιατί ἤθελε νά γίνη καί δικό μου ὑπόδειγμα. Καί ἐγώ θά ἔχω στή ζωή μου ὧρες σκληρές, ὧρες ἀγωνίας πού θά βρεθῶ ἐγκαταλελειμμένος, περιφρονημένος, ταπεινωμένος καί γιά μένα θά σημάνη ἡ ὥρα τῆς σκληρῆς δοκιμασίας, πού δέ θά βρίσκω πουθενά στήριγμα. Ὅλοι οἱ ἄνθρωποι, καθένας μέ τή σειρά του, ἀκόμα καί κεῖνοι πού εὐεργέτησα καί ἀπό κείνους πού περιμένω μεγαλύτερη κατανόηση, ὅλοι θά μέ ἀπαρνηθοῦν καί θά μέ ἐγκαταλείψουν στήν τύχη μου. 
 
Ὅταν λοιπόν θά βρεθῶ σέ παρόμοιες στιγμές, δέν ἔχω παρά νά σκεφθῶ τό Χριστό ἐπάνω στό Σταυρό. Ὁ Θεός δέ μοῦ ἀπαγορεύει νά ἐκφράσω τά παράπονά μου, ἀλλά θέλει νά τά ἐκφράσω σέ Κεῖνον, πού εἶναι ὁ μόνος ἱκανός νά μέ βοηθήσει. Ὅταν, μέ ταιτεινοφροσύνη καί αὐταπάρνησι, στρέφομαι στόν Θεό γιά νά Τοῦ πῶ, τόν πόνο μου τότε τά λόγιά μου δέν εἶναι ποτέ βλάσφημα, ἀλλά προσευχή. 
 
«Θεέ μου, δέν παραιπονιέμαι γιατί ὑποφέρω, ἀλλά παραπονιέμαι γιατί μέ ἄφησες μόνο στόν πόνο μου, γιατί μοῦ ἀρνήθηκες τή δύναμη τῆς χάριτός Σου, πού κάνει νά γίνεται ἀγαπητός ὁ πόνος». 
 
V 
 
Ἐνῶ οἱ Ρωμαῖοι στρατιῶτες προσπαθοῦσαν νά μάθουν τί ἤθελε νά πῆ ὁ Χριστός μέ τά λόγια: «Θεέ μου, Θεέ μου, ἵνα τί μέ ἐγκατέλειπες», πού τά εἶπε στήν ἀραμαϊκή διάλεκτο· «Ἡλί, Ἡλι, λαμά σαβαχθανί», ὁ Ἰησοῦς πρόφερε κι ἄλλη παράξενη καί συμβολική λέξι. Μές τήν ἀγωνία τοῦ πόνου φώναξε: «διψῶ» (Ἰωάνν. 19, 28). Ἡ φωνή αὐτή, ἀδύνατη, ἀλλά ἐκφραστική, συνεκίνησε κι ἕνα ἀπό τούς στρατιῶτες, πού προθυμοποιήθηκε νά βουτήξη νά σφουγγάρι στό ξύδι καί μέ αὐτό νά βρέξη τά χείλη τοῦ Ἰησοῦ. Οἱ Χριστός, ἀφοῦ γεύθηκε, δέ θέλησε νά πιῆ. 
 
Ὁ αἰώνιος ξεδιψαστής, πού στόλισε τίς κοιλάδες καί τά λαγκάδια μέ δροσερές πηγές καί πού τόσες φορές ἔσβησε τή δίψα τῶν ἄλλων, ὑπέφερε ἀπό μιά ἄσβεστη δίψα. 
 
Ἡ δίψα του δέν ἦταν μόνο σωματική, ἀλλά καί ψυχική κι αὐτή προπάντων τυραννοῦσε τό μάρτυρα τοῦ Γολγοθᾶ. Δέ διψοῦσε τόσο γιά νερό, ὅσο γιά τήν κατάκτησι καί τή σωτηρία τῶν ψυχῶν. 
 
Ἀφοῦ ὁ Χριστός δέν ἤθελε νά πιῆ, γιατί ἐφώναξε «διψῶ»; Αὐτό τό ἔκανε καί γιά τό δικό μου παραδειγματισμό. Γιά νά μή διστάζω νά ζητῶ ταπεινά τή συνδρομή τῶν ἄλλων, γιατί, ὅπως τό κύμα χάνεται μέσ’ τό κύμα, ἔτσι κι ὁ πόνος μου θά χαθῆ μέσ’ στόν πόνο τῶν ἄλλων. 
 
Νά λέγω βέβαια ταπεινά καί ὑπομονετικά, χωρίς ἀπαιτήσεις, τόν πόνο μου, ἀλλά καί νά ἀκούω τόν πόνο τῶν ἄλλων, πού εἶναι πόνος, πού ἠχεῖ πολλές φορές δυνατά στ’ αὐτιά μου καί γίνεται ὀχληρός, ἀλλά ποτέ δέν πρέπει νά μείνη περιφρονημένος. Δέ δικαιολογοῦμαι νά κωφεύω στή δυστυχία τοῦ ἄλλου, ἐκεῖνος πού ζητᾶ βοήθεια εἶναι ὁ Χριστός, πού φωνάζει «διψῶ». 
 
Σήμερα οἱ φωνές αὐτές τῆς δίψας κάθε μέρα ἀκούονται πιό δυνατά καί γοερά. Διψῶ φωνάζει ὁ κατάκοπος ἐργάτης. Διψῶ ἐπαναλαμάνει ὁ ἔμπορος. Διψῶ τονίζει ὁ ὑπάλληλος. Διψῶ λέγει ὁ ἀγρότης. Διψῶ κλαυθμιρίζει τό παιδί. Διψῶ διαλαλεῖ ὁ σεισμόπληκτος. Κι ὅλοι διψοῦν. Διψοῦν ἀπό κοινωνική δικαιοσύνη, ἀπό ἀληθινή ἐλευθερία, ἀπό εἰρήνη, ἀπό προστασία, ἀπό περίθαλψι. Ὅλοι διψοῦν, γι’ αὐτό κι ἐγώ ἄς προσπαθήσω νά γίνω πηγή τῶν ἄλλων. 
 
IV
 
Ὁ οὐρανός ἐξακολουθοῦσε νά συννεφιάζη. Βαριά ἀτμόσφαιρα καλύπτει τόν τόπο τοῦ Κρανίου. Σέ μιά στιγμή ἡ φωνή τοῦ Χριστοῦ ἀκούσθηκε δυνατή γιά νά προφέρη τήν ἕκτη φράση: «Πάτερ, εἰς χεῖράς σου παρατίθεμαι τό πνεῦμά μου» (Λουκ. 23, 46). 
 
Πόσο εἶναι συγκινητικά κι ἅγια τά λόγια τοῦ Χριστοῦ! Ἐκφράζουν ὅλη τή δύναμι τῆς υἱικῆς του καρδιᾶς καί ἦταν ἱκανά νά ἐλευθερώσουν τή θεότητα ἀπό τή σάρκα. Φωνάζει μέ δυνατή φωνή γιά ν’ ἀκούσουν ὅλοι οἱ παρευρισκόμενοι στή σταύρωσί Του, ὅτι πραγματικά ἀποθνήσκει. Ὁ ἀθάνατος ἀποθνήσκει γιά τούς θνητούς. «Πάτερ», φωνάζει, γιά ν’ ἀποδείξη σέ ὅλους τή θεότητά του, ὅτι αὐτίς εἶναι ἀληθινά υἱός τοῦ Θεοῦ καί δέ διστάζει νά καλέση τό Θεό, Πατέρα του. 
 
Ἐνῶ προτήτερα τόν ἀκούσαμε νά λέγη: «Θεέ μου, Θεέ μου, ἵνα τί μέ ἐγκατέλειπες;», τώρα λέγει: «Πάτερ, εἰς χεῖρας σου παρατίθεμαι τό πνεῦμά μου». Κι αὐτό γιατί τότε προσωρινά ἦταν ἐγκαταλελειμμένος ἀπό τόν Θεό Πατέρα, ἐνῶ τώρα καί πάντοτε ἀνήκει στήν κοινωνία τοῦ οὐρανίου Πατέρα. Εἶναι ἀληθινά υἱός τοῦ Θεοῦ καί δέν παύει νά τό διακηρύττη ὡς τήν τελευταία στιγμή τῆς ζωῆς Του, ἔστω καί ἡ ἀλήθεια αὐτή νά τοῦ στοιχίζη τήν ἀνθρώπινη ζωή Του. Εἶναι ἀπόλυτος Κύριος τῆς ψυχῆς του, πού ἐλεύθερα κι ὅπως θέλει τήν παραδίνει στόν Πατέρα Του, γιατί σ’ Αὐτόν ἔχει ἀπεριόριστη ἀγάπη καί άφθαστη ἐμπιστοσύνη. 
 
Ὁ Λυτρωτής ἔδωσε ὅλο τό αἷμα γιά τό ἀπολυτρωτικό Του ἔργο, ἕνα μόνο Τοῦ μένει ἡ ψυχή του, πού ἦταν τό ἀριστούργημα τῆς θείας ἀγάπης καί παντοδυναμίας, κι αὐτή τήν προσφέρει στόν Θεό, γιά νά τήν φυλάξη ὡς τή στιγμή, πού ἔνδοξα θά ἀναστηνόταν. 
 
Βέβαια ὁ Ἰησοῦς δέν εἶχε ἀνάγκη νά κάνει τέτοια ἐπίκλησι καί προσφορά ἦταν Θεός, ἀλλά μεταχειρίζεται τέτοιες ἐκφράσεις, πού νά μείνουν καί σέ μένα ὑποδείγματα προσευχῆς. 
 
Τά τελευταῖα λόγια τοῦ Χριστοῦ ἄς εἶναι καί δικά μου λόγια, ὅταν θά μέ περιλούση ὁ κρύος ἱδρώτας τῆς ἀγωνίας τοῦ θανάτου καί πλησιάση ἡ ὥρα ν’ ἀφήσω τά πρόσκαιρα γιά τά αἰώνια, τόν τάφο γιά τήν ἀνάστασι. 
 
VII 
 
Mία τελευταία φράσις μένει ἀκόμα γιά νά συμπληρωθεῖ ὁ Ἱερός ἑπτάλογος. Κι αὐτή εἶναι σύντομη. Ἀποτελεῖται ἀπό μιά μόνο λέξι. Λέξι γεμάτη γενναιότητα καί μεγαλεῖο, πού συνεκίνησε τόσο βαθιά τόν ἑκατόνταρχο, ὥστε τόν ἔκανε νά πιστέψει στή θεότητα τοῦ Χριστοῦ. 
 
Αὐτή τή λέξι τήν ἀναφέριει μόνο ὁ εὐαγγελιστής Ἰωάννης, πού ἦταν κι αὐτόπτης μάρτυς. 
 
«Τετέλεσται» (19, 30) ἦταν ἡ τελευταία λέξις τοῦ Μεγαλομάρτυρος Λυτρωτοῦ, πού παρέδωε τό πνεῦμά Του. «Τετέλεσται» ἦταν λέξις θριάμβου καί ἰαχή νίκης. 
 
Ὅπως, ὅταν γιά πρώτη φορά στήν πλάσι τοῦ κόσμου, ὅταν ὁ Θεός εἶδε τά ἔργα, πού βγῆκαν ἀπό τά χέρια Του πιστοποίησε ὅτι πραγματικά ὅλα ἦταν καλά, ἔτσι καί προτοῦ ὁ Ἰησοῦς ἀφήσει τή γῆ βλέπει ὅτι ἐξεπλήρωσε τόν προορισμό Του καί ἀναφωνεῖ τό «τετέλεσται». 
 
Τί τελείωσε ὁ Χριστός; Ὅ,τι Τοῦ εἶχε ἀναθέσει ὁ οὐράνιός Του Πατέρας. Ὁ Χριστός ἦλθε στόν κόσμο γιά νά μαρτυρήση γιά τήν ἀλήθεια, κατέβηκε στή γῆ νά κάνη τό θέλημα τοῦ Πατέρα Του καί νά ἀπολυτρώση τόν κόσμο μέ τό πολύτιμο αἷμα Του. Τώρα ἡ ἀποστολή Του τελείωσε. Δέν ἔμεινε οὔτε μιά προφητεία ἀνεκπλήρωτη. Ἀπό δέκα ὀκτώ ὧρες στό πρόσωπό Του ἐπαληθεύουν κατά γράμμα ὅλες οἱ προφητεῖες τοῦ Ἡσαΐα καί τῶν ἄλλων μεγάλων προφητῶν. Ἐδόξασε τόν Πατέρα Του, ἐγνώρισε τό ὄνομά Του στούς ἀνθρώπους, ἔρριξε τό μικρό κόκκο τοῦ συνάπεως στή γῆ γιά νά φυτρώση καί νά γίνη μεγάλο δένδρο καί τώρα θριαμβευτικά φωνάζει: «Τετέλεσται». Σά νά ἔλεγε: «Πατέρα ἅγιε, ἦλθα στόν κόσμο γιά νά ἐκπληρώσω τό θέλημά Σου, τώρα εἶμαι στήν εὐχάριστη θέσι νά διαλαλήσω ὅτι ἐξεπλήρωσα ὅ,τι Σύ ἤθελες». 
 
«Τετέλεσται» δέν εἶναι μόνο λέξις, πού ἐκφράζει θρίαμβο, ἀλλά καί παράκλησι. Σά νά ἔλεγε· «Τελείωσα τό ἔργο μου καί τώρα μοῦ ἀπομένει ἡ δόξα στή βασιλεία τῶν οὐρανῶν». 
 
Πόσο θαυμαστά εἶναι καί τά ἑπτά τελευταῖα λόγια τοῦ Χριστοῦ. Πόση ἀντίθεσις πρός τά τελευταῖα λόγια τῶν πνευμάτων, πού οἱ ἄνθρωποι θεωροῦν μεγάλα! Ἐκεῖ ὁ τρόμος, ἡ ἀπαγοήτευσις, ὁ θάνατος, ἐδῶ ἡ μεγαλοψυχία, ἡ σταθερότης, ἡ ἀνάστασις. 
 
Τετέλεσται». Ἀναπαύου, θεῖε Μυσταγωγέ, στή δόξα τοῦ Οὐρανοῦ. Τό ἔργο σου τελείωσε. Ἡ βασιλεία σου θεμελιώθηκε. Ἀπό τό κορύφωμα τῆς δόξης σου ἐπισκόπει τό ἀπολυτρωτικό σου ἔργο. Μέ τά στίγματα τοῦ πάθους Σου ἀπέκτησες νέα δόξα. Χιλιάδες χιλιάδων ψυχῶν θά σ’ ἀκολουθήσουν, θά σέ δοξάσουν, θά μιμηθοῦν τά παραδείγματά σου, θά σοῦ ἀφιερώσουν τή ζωή τους. Στή γῆ πέρασες φτωχός, περιφρονημένος, τώρα ὅμως εἶσαι ὁ μαγνητικός πόλος τῶν ψυχῶν. Εἶσαι τέλειος νικητής τοῦ θανάτου. Ἀναπαύου, Θεῖε Ἐσταυρωμένε, ἔνδοξε κατακτητά τῆς ψυχῆς μου, στόν τρισένδοξο θρόνο, πού ἀπέκτησες μέ τά παθήματά σου. Θεῖε Λυτρωτά, μοναδική της ψυχῆς μου παρηγοριά, ἀξίωσέ με, στό τέλος τῆς ζωῆς μου, νά μπορέσω νά πῶ κι ἐγώ μέ ὅλη τή βεβαιότητα τό «τετέλεσται» καί νά κατορθώσω νά δῶ τίς ἔνδοξες πληγές σου, ἀνάμεσα στή δόξα καί στόν ἀκατάλυτο θρίαμβο, πού ἀπέκτησες μέ τό σταυρικό σου θάνατο. Ἀμήν. 
 
ΕΥΓΕ ΠΑΝΙΕΡΩΤΑΤΕ! 
Επιμέλεια – Ανάρτηση από Α. Αντωνά.

Η ΣΤΑΥΡΩΣΗ

Του π. Δημητρίου Μπόκου 
 
“Ουκέτι υμάς λέγω δούλους, …υμάς δε είρηκα φίλους…” (Ιω. 15, 15)
 
Βάδιζε μοναχικός και κουρασμένος στην άκρη του δρόμου ανασηκώνοντας την άκρη του ράσου του για να το προφυλάξει απ’ τα λασπόνερα. Τυλιγμένο σε πορφυρό ύφασμα έσφιγγε με το δεξί του χέρι πάνω στο στήθος το κουτάκι με τα Άγια, καθώς επέστρεφε απ’ το σπίτι κάποιου αρρώστου. Τα πόδια του γίνονταν όλο και περισσότερο μολύβι, τα μάτια του βάραιναν νυσταγμένα. Μεγάλη Πέμπτη σήμερα κι απ’ το πρωί δεν είχε πάρει ανάσα ο παπα-Χρήστος. 
 
Είχε γυρίσει αργά το απομεσήμερο, σχεδόν τρεισήμιση, στο σπίτι του. Η πρεσβυτέρα του, βλέποντάς τον ξεθεωμένο, του σέρβιρε αμέσως λίγη σκέτη ντοματόσουπα. Να φάει λίγο, να ανασάνει, να ’ναι στις πέντε πάλι στην εκκλησία. Για όσους, έστω και τελευταία στιγμή, αναζητούν πνευματικό. 
 
Με το που έβαλε τη μπουκιά στο στόμα του, το τηλέφωνο χτύπησε. 
- Άσε, το παίρνω εγώ! είπε η πρεσβυτέρα. 
 
Ήταν ό,τι φοβόταν τέτοιες μέρες. Τον ζητούσαν επειγόντως για να κοινωνήσει κάποιον άρρωστο. Πήρε το ακουστικό. Μια κοφτή, λαχανιασμένη γυναικεία φωνή ακούστηκε. 
- Ο πατέρας μου, πάτερ, χειροτέρεψε ξαφνικά… 
Με κόπο κρατήθηκε. 
- Μα προχθές κοινωνήσαμε τους αρρώστους! Πού ήσουν, ευλογημένη; 
- Έχετε δίκιο, πάτερ, με συγχωρείτε. Φαινόταν καλά, μα απότομα… 
 
Δεν είχε νόημα να το ψάχνει. Γνώριζε την περίπτωση. Είχε ξανακοινωνήσει τον γερο-Θόδωρο πρόσφατα. Πήρε λίγες μπουκιές όρθιος κι έφυγε. Με τη συνείδησή του δεν έπαιζε. 
 
Όταν επέστρεψε, ήταν ήδη αργά για ξεκούραση. Κόντευε πέντε. Έτσι έφυγε κατευθείαν για την εκκλησία όπου τον περίμεναν αρκετοί να εξομολογηθούν. Εκεί ένα νέο τηλέφωνο τον ξανάβγαλε απ’ το πρόγραμμά του. Απ’ τη Μητρόπολη αυτή τη φορά. Έπρεπε να πάει όσο πιο γρήγορα γινόταν εκεί, για κάποιες έκτακτες, πλην αναγκαίες δουλειές που προέκυψαν. 
 
Φανερά αγχωμένος κοίταξε τους πιστούς που είχαν απομείνει. Κράτησε μόνο αυτούς που είχαν έρθει για πρώτη φορά. Έδιωξε τους υπόλοιπους. Προσπάθησε να τους δει όσο πιο βιαστικά μπορούσε και έτρεξε με την ψυχή στο στόμα να προλάβει και στη Μητρόπολη. 
 
Ακολούθησε η βραδινή πολύωρη ακολουθία των Παθών με τα δώδεκα ευαγγέλια. Έμεινε και λίγο, όσο μπόρεσε, μετά που στόλιζαν τον Επιτάφιο. Και κάποια στιγμή, περασμένα μεσάνυχτα πια, σύρθηκε στο σπίτι του. 
 
Η γυναίκα του με το μωρό τους στην αγκαλιά τον περίμενε. Όταν τον είδε να μπαίνει σηκώθηκε. 
- Δόξα σοι, ο Θεός, επιτέλους ήρθες! είπε ανακουφισμένη. Έλα, κάτσε να πάρεις ανάσα. 
Δεν είχε διάθεση ούτε να μιλήσει από την κούραση. Του έφτανε μόνο ν’ ακούει τη φωνή της. Τα μεγαλύτερα παιδιά είχαν κοιμηθεί από ώρα. 
- Το μωρό ξύπνησε και είπα να το θηλάσω καθώς σε περίμενα, είπε εκείνη. Μου κράταγε κι εμένα συντροφιά, αλλιώς θα παλάβωνα. 
 
Του σέρβιρε λίγη απ’ τη μεσημεριανή νερόσουπα κρατώντας το μωρό στο ένα της χέρι. Την έβλεπε να τον φροντίζει αλαφρωμένη από την αγωνία της και τα φυλλοκάρδια του ανασάλευαν μ’ ένα ευφρόσυνο σκίρτημα. 
- Σε σταύρωσαν σήμερα! ξανάπε, ενώ το βλέμμα της τον αγκάλιαζε τρυφερά. 
 
Το μωρό έκλαψε, καθώς από ώρα σταμάτησε τον θηλασμό. Του ξανάβαλε στο στόμα του τη ρώγα της και κάθισε κοντά στον άντρα της. 
- Πώς τα ’βγαλες πέρα; τον ρώτησε μαλακά. 
 
Στην ησυχία της νύχτας ακούγονταν μόνο τα χείλη του μωρού που ρουφούσαν ήσυχα και ηδονικά το στήθος της. Αποκαμωμένος έγειρε το κεφάλι του στον ώμο της. Έμεινε λίγες στιγμές σιωπηλός. Τέλος, μίλησε αργά και κουρασμένα, αλλά η φωνή του ήταν ήρεμη. 
 
- Ο Κύριός μου απόψε είναι στον σταυρό! Εκεί πρέπει να ’μαι κι εγώ. Στην ίδια κατάσταση. Σταυρωμένος με τον Κύριό μου. Γιατί Αυτός είπε: «Όπου ειμί εγώ, εκεί και ο διάκονος ο εμός έσται». Η θυσία συνοδεύει πάντοτε τον ιερέα. 
Άπλωσε το ελεύθερο χέρι της γύρω απ’ τη μέση του και τον αγκάλιασε. 
 
- Δεν σκέφτηκα ποτέ, συνέχισε εκείνος, ν’ αρνηθώ το χρέος μου. Θα ’ταν αδιανόητο για μένα κάτι τέτοιο. Άρνηση του εαυτού μου. Σκοπός του ιερέα είναι να σταυρώνεται σαν τον Κύριό του. Και να το κάνει πρόθυμα αυτό. Εκούσια. Και με χαρά. Θα ’θελα να μπορούσα πάντα να το κάνω έτσι. Μα είμαι πολύ μακριά ακόμα απ’ τον στόχο. Με κόπο το προσπαθώ και δύσκολα το κάνω. Έχω πολύ δρόμο μπροστά μου για να φτάσω εκεί. Γι’ αυτό και μου χρειάζεται βοήθεια. Κάτι δυνατό να με παρακινεί, αντί να με αποθαρρύνει. 
- Σαν τί βοήθεια εννοείς; 
- Θα ’θελα να με σπρώχνει μέσα μου ένα κίνητρο που να ’ναι ακαταμάχητο, όχι μια έξωθεν επιβολή. 
- Και πώς θα μπορούσε να υπάρξει ένα τέτοιο κίνητρο; 
- Από το να με σκέπτονται και μένα σαν άνθρωπο. Όχι μόνο σαν εργαλείο. Να βλέπω ότι το ενδιαφέρον καθενός δεν είναι μόνο να γίνει η δουλειά του. Αλλά υπολογίζει και μένα λίγο. Θα πάσχιζα να βρω χιλιάδες τρόπους τότε, για να κάνω καλύτερα το χρέος μου. Θα σταυρωνόμουν εκούσια, μ’ όλη μου την καρδιά, όπως έβλεπα τον πατέρα μου, Θεός σχωρέσ’ τον, να το κάνει πάντα. 
- Τον παπα-Στέφανο; 
- Ναι! Κάποιες εικόνες απ’ τον πατέρα μου είναι βαθιά χαραγμένες μέσα μου από τα παιδικά μου χρόνια. 
- Πες μου γι’ αυτές. 
- Να, όπως κάποια Μεγάλη Πέμπτη, σαν σήμερα, τριάντα τόσα χρόνια πριν, που αργά το απομεσήμρο οι δυό μας γυρίζαμε κατάκοποι στο σπίτι. Βάδιζα εγώ μπροστά, δεκάχρονο παιδάκι τότε, κρατώντας έναν ξύλινο μικρό σταυρό, ενώ οι διαβάτες σταματούσαν, σταυροκοπιούνταν και υποκλίνονταν, βλέποντας τον ιερέα να περνάει με τα Άγια. 
 
Επιστρέφαμε από το σπίτι της θεια-Κώσταινας, στην άλλη άκρη της συνοικίας. Χήρα απ’ τα νιάτα της, μα σεβαστή κι αγαπητή η γερόντισσα, βρισκότανε στα τελευταία της. Περάσαμε απ’ την εκκλησία ν’ αφήσουμε τα Άγια, μα εκεί, στην πόρτα της, εντελώς απροσδόκητα, συναπαντηθήκαμε με τον επίσκοπο. Ο πατέρας μου ξαφνιάστηκε. 
- Συμβαίνει τίποτε, Σεβασμιώτατε; Πως τέτοια ώρα από ’δω; 
 
Κατάλαβε πως κάτι σημαντικό θα ’θελε, για να ’ρθει αυτοπροσώπως ως εκεί. Σπάνιζαν την εποχή εκείνη τα τηλέφωνα. 
Ο επίσκοπος, βλέποντάς τον κατάκοπο, δίστασε να μιλήσει. 
- Ακόμα, πάτερ Στέφανε, δεν πήγες σπίτι σου; Μα πότε θα ξεκουραστείς, παιδί μου; Είναι σχεδόν απόγευμα. 
Η φωνή του, ζεστή σα χάδι, απάλυνε μονομιάς την κουρασμένη καρδιά του πατέρα μου. 
- Και βλέπω κιόλας ανθρώπους από τώρα να σε περιμένουν μέσα. Πώς θα τα βγάλεις πέρα, τέτοια βραδιά απόψε; 
- Όμως κάτι σημαντικό σας έφερε εδώ, Σεβασμιώτατε! 
 
Και πάλι κόμπιασε ο επίσκοπος. Ξανάριξε το βλέμμα του στον κουρασμένο ιερέα και ένα κύμα πατρικής αγάπης τον πλημμύρισε. 
- Απ’ τα χαράματα, παιδί μου, είσαι στο πόδι. Κι έχεις πολλές κουραστικές ώρες ακόμα μπροστά σου. 
- Πέστε μου τι θέλετε, Σεβασμιώτατε, κι εγώ θα βρω τον τρόπο να το κάνω! είπε ο πατέρας μου, ενώ μια ολοπρόθυμη διάθεση φούσκωσε την ψυχή του. 
- Όχι, παιδί μου, όχι! επέμεινε ο επίσκοπος. Το μόνο που θέλω τώρα είναι να πας γρήγορα στο σπίτι σου. Για λίγη ξεκούραση, γιατί σε περιμένει πολλή δουλειά ακόμα. 
 
Ο πατέρας μου συγκινήθηκε. Έσκυψε ν’ ασπαστεί το χέρι του ολόλευκου επισκόπου, μα ο αγαθός γέροντας τον τράβηξε κοντά του, τον έσφιξε σαν παιδί του στην αγκαλιά και τον φίλησε. Ύστερα έφυγε χωρίς να πει άλλη λέξη. 
Γυρίσαμε σπίτι. Ο πατέρας μου ξάπλωσε λίγο, μα δεν τον χώραγε ο τόπος. 
 
- Μα τί άνθρωπος αυτός ο δεσπότης μας! Να ’ρθεί ο ίδιος και να μη μου πει τί ήθελε! Σίγουρα κάποιο σοβαρό λόγο θα είχε. Δεν γίνεται! Θα κάνω τα πάντα για να τον εξυπηρετήσω. 
Παρά την κούρασή του ύπνος δεν τον κολλούσε. Πετάχτηκε πάνω και φώναξε στη μάνα μου. 
- Έναν καφέ, γυναίκα, δυνατό και γρήγορα! 
 
Τον ήπιε βιαστικά κι έτρεξε στην εκκλησία. Είδε ποιοί τον περίμεναν. Τους γνωστούς τους έδιωξε. Σε καναδυό τούς είπε να ’ρθούν την άλλη μέρα. Κράτησε μόνο κάποιον που δεν βολευόταν να ξανάρθει άλλη φορά, μιλήσανε κάνα δεκάλεπτο και μετά γραμμή για τη Μητρόπολη. 
 
Επέστρεψε σχεδόν τρεις ώρες αργότερα. Ίσα-ίσα για να ξεκινήσει τη βραδινή ακολουθία. Τί τον ήθελε ο επίσκοπος; Δε ρωτήσαμε, ούτε μας είπε. Η μάνα μου είχε μεγάλη διάκριση. Δε σκάλιζε τίποτε. 
- Το ξέρω πολύ καλά αυτό. Άγιοι άνθρωποι και οι δυό τους! 
 
- Ο πατέρας μου όμως δεν έπαυε ποτέ να λέει για τον δεσπότη του: «Για τέτοιον άνθρωπο βάζω και τον λαιμό μου κάτω να τον κόψω». Τέτοιες εικόνες ολοζώντανες, που ζούνε μέσα μου από τότε, είναι και το δικό μου όνειρο. Θα ’ταν υπέροχο με τέτοιο πνεύμα όλοι να βαδίζαμε. Μα η αγάπη δεν είναι πράγμα που μπορείς να το απαιτείς από κανέναν. Προσφέρεται ελεύθερα και μόνο. Και μέσα σε σχέση αληθινής αγάπης θα κατορθώνονταν ακόμα και τα πιο απίθανα πράγματα. Γιατί είναι τόσο δύσκολο μικροί-μεγάλοι να το καταλάβουν αυτό; 
 
- Γιατί πιστεύουν περισσότερο στη δύναμη, στην εξουσία, στο συμφέρον, όχι στην αγάπη, είπε η γυναίκα, και τον έσφιξε μαζί με το μωρό στην αγκαλιά της. Ίσως νομίζουν πως θα πετύχουν έτσι πιο πολλά. Δε νιώθουν πόσο είναι ατελέσφορη η τακτική τους. Και πόσο δυνατό πράγμα είναι η αγάπη! 
 
- Όμως εγώ το ξέρω, αφού το ζω κοντά σου κάθε μέρα! είπε εκείνος και η φωνή του έσπασε. Αυτό μεταμορφώνει τον σταυρό μου σε ανάσταση. Το τρυφερό σου βλέμμα είναι το παράθυρο απ’ όπου βλέπω τον Θεό. 
 
Τα μάτια της βούρκωσαν κι έγειρε πάνω στο μωρό να κρύψει τη συγκίνησή της. Μ’ ανάλαφρο θόρυβο η φλόγα του καντηλιού τρεμόπαιξε απέναντί τους, τραβώντας τη ματιά τους προς τα ’κει. Αγκαλιασμένες στο γαλήνιο μισοσκόταδο οι ψυχές τους αφέθηκαν να ψηλαφούν την υπερκόσμια αγάπη που ξεχυνόταν από την πονεμένη μορφή του Εσταυρωμένου. Την αγάπη που έδενε δυνατά και τις δικές τους αδύναμες, χοϊκές υπάρξεις. 
 
«Κραταιά ως θάνατος αγάπη»! 
 
Πάσχα 2006 (Περιοδ. ΕΦΗΜΕΡΙΟΣ, τ. 4, Απρίλιος 2007, σ. 18-19)

Ποιμένες πολλοὶ διέφθειραν τὸν ἀμπελῶνα μου…

Γράφει ο Νεκτάριος Δαπέργολας
 
Πάλι διήμερη Ἀνάσταση θὰ ἔχουν τὴν εὐκαιρία νὰ κάνουν, ἂν θέλουν, οἱ τυχεροὶ ποὺ ἀποτελοῦν τὸ ποίμνιο τοῦ κ. Ἄνθιμου Κουκουρίδη (ποὺ τὸν βλέπετε στὴν φωτογραφία σὲ μία ἀπὸ τὶς πολλές του... ἀνδραγαθίες, κατὰ τὸν Ἰούλιο τοῦ 2020). Καὶ λέμε βεβαίως «ἂν θέλουν», γιατί φέτος στὴν Ἀλεξανδρούπολη, ὁ τιμοκατάλογος ἔχει ἀπ’ ὅλα. Φέτος, σὲ ἀντίθεση μὲ τὴν πρὸ 3ετίας βεβήλωση ποὺ ἦταν γενικευμένη καὶ «ὑποχρεωτική», τώρα ἡ νέα βεβήλωση θὰ εἶναι προαιρετική. Θὰ ἰσχύσει δηλαδὴ ἐπιλεκτικὰ μόνο σὲ ἕνα ναό. Καθότι, ὅπως ἀνέφερε ὁ προρρηθεὶς μητροπολίτης, κατὰ τὸ κήρυγμά του τὴν Κυριακή των Βαϊων, «τὸ βράδυ τοῦ Μ. Σαββάτου, ὅπως μᾶς ζητήθηκε, γιὰ νὰ διευκολυνθοῦν οἱ νέοι γονεῖς μὲ μικρὰ παιδιά, ΜΟΝΟ στὸν Ἱερὸ Ναὸ τῆς Μεταμορφώσεως στὴν Ἀλεξανδρούπολη, οἱ καμπάνες θὰ χτυπήσουν στὶς 9 τὸ βράδυ. Τὸ «Χριστὸς Ἀνέστη» θὰ ἐκφωνηθεῖ στὶς 9.45 καὶ ἡ ἀναστάσιμη θεία λειτουργία θὰ τελειώσει στὶς 11 πρὶν τὰ μεσάνυχτα».
 
Ἀνάσταση γιὰ ὅλα τὰ γοῦστα συνεπῶς. Διαλέγετε καὶ παίρνετε κι ἀπ’ ὅλα ἔχει τὸ μενοῦ, λὲς καὶ βρισκόμαστε σὲ χασαποταβέρνα. Φυσικά, ἐπειδὴ ποτέ μου δὲν πίστεψα λέξη ἀπὸ τὰ χείλη τοῦ συγκεκριμένου ἀνθρώπου, ἐννοεῖται πὼς δὲν πιστεύω οὔτε καὶ τὸ ὅτι ὁ λόγος γιὰ τὴ νέα ἐκτροπὴ εἶναι «ἡ διευκόλυνση τῶν νέων γονέων καὶ τῶν μικρῶν παιδιῶν». Ἄλλωστε τέτοιο θέμα οὐδέποτε ἐτέθη ἀπὸ κανέναν πιστὸ ἐδῶ καὶ 20 αἰῶνες γιὰ νὰ τεθεῖ τώρα. Ἐκτὸς καὶ ἂν μιλᾶμε γιὰ ἐνίους «προοδευτικοὺς» γιαλαντζὶ πιστοὺς τῆς ἐκκοσμικευμένης νεοελληνέζικης ἀφασίας ἢ καὶ γιὰ ἕτερα κέντρα, παράκεντρα κι ἀπόκεντρα. Θὰ ἦταν λοιπὸν πραγματικὰ πολὺ χρήσιμο νὰ μάθουμε ΑΠΟ ΠΟΙΟΝ ἀκριβῶς «τοῦ ζητήθηκε» τὸ νέο βδέλυγμα. Γιὰ τὸ ὁποῖο μάλιστα δὲν ὑπάρχει πλέον καὶ τὸ ἄλλοθι (τὸ οὕτως ἢ ἄλλως ἀστεῖο καὶ ἀνυπόστατο ἀσφαλῶς γιὰ ἕναν Χριστιανό, ἀλλὰ πάντως ἄλλοθι) τόσο τῆς δῆθεν πανδημίας, ὅσο καὶ τῆς κυβερνητικῆς ἐντολῆς, ποὺ προέβαλε τότε (καὶ) ὁ συγκεκριμένος κληρικὸς ὡς δικαιολογία. 
 
Ἀλλὰ παρατηροῦμε βεβαίως πὼς ὅσο περνᾶ ὁ καιρὸς καὶ ἐπιταχύνεται ὁ κατήφορος, οἱ ἄνθρωποι αὐτοὶ οὔτε δικαιολογίες χρειάζονται πιά, οὔτε προσχήματα. Ἄλλοι βάζουν ὄργανα στὶς ἐκκλησίες, ἄλλοι βγάζουν τοὺς Ἐσταυρωμένους, ἄλλοι διαστρεβλώνουν τὶς ἱερὲς ἀκολουθίες, ἄλλοι τελοῦν Θεῖες Λειτουργίες στραμμένοι πρὸς δυσμάς. Καὶ γενικῶς κάνουν κυριολεκτικὰ ὅ,τι τοὺς καπνίσει, λὲς καὶ ἡ Ἐκκλησία εἶναι τὸ τσιφλίκι τοῦ μπάρμπα τους, βγάζοντας παλαβὰ φιρμάνια, ἐπινοῶντας δικά τους δόγματα καὶ κατακουρελιάζοντας τοὺς Ἱεροὺς Κανόνες. Γιατί; Μὰ ἐπειδὴ ὁ Θεὸς εἶναι ἀγάπη, ἐπειδὴ ὅλα τὰ δεχόμαστε, ἐπειδὴ ὁ καλὸς ὁ μύλος ὅλα τὰ ἀλέθει. Καὶ πάνω ἀπ’ ὅλα ἀσφαλῶς ἐπειδὴ βαυκαλιζόμαστε ὅτι ἐμεῖς εἴμαστε τὰ ἀφεντικά. 
 
Πῶς τὸ ἔγραφε δηλαδὴ ἐκείνη ἡ προφητεία του Ἰερεμία, ποὺ ἀπόσπασμά της διαβάσαμε χτὲς τὸ ἀπόγευμα (στὸν Ὄρθρο Μ. Πέμπτης) στοὺς ναούς, ὅτι «ποιμένες πολλοὶ διέφθειραν τὸν ἀμπελῶνα μου, ἐμόλυναν τὴν μερίδαν μου, ἔδωκαν τὴν μερίδαν τὴν ἐπιθυμητὴν εἰς ἔρημον ἄβατον»; Ἔ, ἀκριβῶς ἔτσι..

Φαράγγι ιστορίας, ηρωισμού και πίστης

Γράφει ο Γιώργος Βενετσάνος
 
 
Ημέρες πασχαλιάς και πολλοί συμπατριώτες μας θα φύγουν από την πρωτεύουσα για να γιορτάσουν το Πάσχα των Ελλήνων στις πατρογονικές τους εστίες, εκεί που η εβδομάδα των παθών αλλά και η μέρα της ανάστασης και του Πάσχα έχουν την δική τους όμορφη ιδιαιτερότητα. Αρκετοί θα ταξιδέψουν προς Αιτωλοακαρνανία και Ήπειρο, ειδικά όσοι πάνε στην πρώτη ο δρόμος θα τους περάσει μέσα από το φαράγγι της Κλεισούρας που βρίσκεται στο ενδιάμεσο της διαδρομής Μεσολόγγι – Αγρίνιο. Πρόκειται για μια εξαιρετικά όμορφη περιοχή ειδικά όταν την ώρα του ηλιοβασιλέματος ο ήλιος κοκκινίζει τα πανύψηλα βράχια που υψώνονται και στις δύο πλευρές του δρόμου σε γκρίζες και πορτοκαλιές αποχρώσεις. Ενώ ψηλά επάνω στο φαράγγι θα δούμε φατνώματα με τεράστιους σταλακτίτες.
 
Μια περιοχή που είναι ενταγμένη στο δίκτυο Φύση 2000, εφόσον φιλοξενεί μέσα της σπάνια άγρια ζώα και φυτά, όπως: Κιτρινοβομβίνες, Πρασινόφρυνους, Δεντροβάτραχους, και Ονυχοχελώνες καθώς και γεράκια που φωλιάζουν στα βράχια, ενώ τα φυτά που περιλαμβάνει είναι: η ενδημική Centaurea sp (βραχόφυτο), Κουτσουπιές, Μελικουκιές και πλατύφυλλες βελανιδιές.
 
Όντως ένα εντυπωσιακό και ζωντανό φαράγγι πως όμως σχηματίστηκε; Πάμε αρκετά πίσω, γυρνάμε στα χρόνια της προϊστορίας, όταν τα βουνά του Αράκυνθου και του Παναιτωλικού κρατούσαν ασφυκτικά μέσα τους τα νερά του ποταμού Αχελώου σχηματίζοντας μια τεράστια λίμνη. Από το φαράγγι της Κλεισούρας περνούσε ο ποταμός Αχελώος που την τροφοδοτούσε, μετά όμως από μεγάλο σεισμικό επεισόδιο που έπληξε την περιοχή η ροή του ποταμού άλλαξε, η κοίτη στο φαράγγι στέρεψε και η μεγάλη λίμνη περιορίστηκε σε έκταση. Απομεινάρια αυτής της προϊστορικής λίμνης είναι οι σημερινές Τριχωνίδα, Οζερός, Αμβρακία και Λυσιμαχία.
 
Η Κλεισούρα όμως εκτός από ενδιαφέρον για τους φυσιολάτρες έχει και ιστορικό και θρησκευτικό ενδιαφέρον, θρησκευτικό είναι αυτό που αναφέρεται στην εκκλησία της Ζωοδόχου Πηγής ή Αγία Ελεούσα και στην αιτία κατασκευής της. Η λαϊκή παράδοση μας μεταφέρει ότι κατά το 1700 μ. Χ., στο χωριό Χρυσοβέργι, την ώρα της λειτουργίας της Αναστάσεως, κάποιος Τούρκος στρατιώτης χλεύασε τους Χριστιανούς και ένας κάτοικος του χωριού παρεξηγήθηκε με τον Τούρκο και τον σκότωσε. Οι συγχωριανοί του τον έκρυψαν πιο πάνω από το χωριό σε μια σπηλιά. Όταν μετά από πολύ καιρό το επεισόδιο ξεχάστηκε, πήγε ξανά στο χωριό του και διηγήθηκε στους κατοίκους, ότι εκεί που ήταν έβλεπε κάθε βράδυ ένα φως. Πήγαν λοιπόν στο σημείο που τους υπέδειξε και αντίκρισαν την εικόνα της Παναγίας. Αυτό ήταν και το έναυσμα για να χτίσουν στο μέρος αυτό το εκκλησάκι μέσα στο σπήλαιο. Την συγκεκριμένη εκκλησιά συνοδεύει και μια προφητεία του πατρό Κοσμά του Αιτωλού, ο οποίος σε στάση του στο ναό είπε ότι στον τόπο αυτόν μια ημέρα θα γίνει ένα μεγάλο Προσκύνημα, όπως και πράγματι έγινε. 
 
Όπως είπαμε όμως η περιοχή έχει και έντονο το ιστορικό στοιχείο, 1822 το Μεσολόγγι για δύο περίπου μήνες είχε περικυκλωθεί από τουρκικά στρατεύματα που ανέρχονταν σε 11.000 άνδρες, εντυπωσιακός αριθμός αν σκεφτούμε ότι είχαν μπροστά τους μια μάντρα και μερικούς εκατοντάδες πολεμιστές (εκατοντάδες μεν ψυχωμένους δε). Ο Κιουταχής με τον Βρυώνη κάλεσε τους πασάδες του και τους είπαν πως με πόλεμο και φωτιά θα κατακτήσουν τους Γκιαούρηδες, στην σύναξη αυτή φώναξε σε κάποια στιγμή τον κυνηγό Γιάννη Γούναρη, που ήταν στην υπηρεσία του να φτιάξει καφέδες και να μιλήσουν για τα σχέδια τους, που ήταν να μπουν στο Μεσολόγγι την ημέρα που οι Χριστιανοί θα ήταν στους ναούς για τη Χριστουγεννιάτικη Θεία Λειτουργία.
 
Ο Γιάννης Γούναρης άκουσε με προσοχή όλο το σχέδιο και άρχισε τώρα να σκέφτεται το δικό του προκειμένου να σώσει το Μεσολόγγι από την μεγάλη σφαγή. Παράλληλα όμως σκέφτονταν και την οικογένεια του για το κακό που θα τους βρει αν δώσει στους αγωνιστές του Μεσολογγίου τα σχέδια των πολιορκητών, τελικά μετά από έντονη σκέψη παίρνει την μεγάλη απόφαση που τον οδήγησε να περάσει στους αθάνατους παίρνοντας άξια θέση στο πάνθεον των ηρώων, όχι μόνο του Μεσολογγίου αλλά και της Ελλάδας. Λέει στους πασάδες ότι δήθεν θα πάει κυνήγι, σε κάποιο σημείο της λιμνοθάλασσας συναντιέται με τον γραμματικό του Δημήτρη Μακρή και αφού του μαρτύρα ποιος είναι, του λέει: «Τρέξε στους οπλαρχηγούς του Μεσολογγίου και πες τους ότι οι Τούρκοι θα επιτεθούν στην πόλη ανήμερα της μεγάλης γιορτής των Χριστουγέννων και θα τους σφάξουν όλους».
 
Οι Τούρκοι ανέμελοι και σίγουροι για την νίκη τους κάνουν την επίθεση, όμως οποία έκπληξη βρίσκουν μπροστά τους τεράστια αντίσταση και τελικά αναγκάζονται να αποχωρήσουν ηττημένοι, το Μεσολόγγι σώθηκε, αλλά σφαγιάστηκαν όλα τα μέλη της οικογένειας του Γούναρη από τον Ομέρ Βρυώνη. Ο Γούναρης φέρνοντας βαριά την απώλεια των δικών του, κλείστηκε στο εκκλησάκι της Παναγίας οπού και μόνασε ως ο «Καλόγερος της Κλεισούρας» ζώντας το υπόλοιπο της ζωής του με προσευχή και νηστεία. 
 
Ο Δημήτριος Βικέλας, στο Οδοιπορικό του «Από Νικοπόλεως εις Ολυμπίαν» το περιγράφει την περιοχή της Κλεισούρας ως εξής: «Αι πετρώδεις πλευραί του σχιστού όρους υψούνται αποτόμως εκατέρωθεν ως τοίχοι υπερμεγέθεις, από δε του βάθους, οπόθεν βλέπεις επί των βράχων τα σημεία της βροχής και των ανέμων, φαντάζεσαι ότι προσφάτος τις υποχθόνιος κλονισμός τους διέρρηξε και τους ήνοιξε. Στενή λωρίς ουρανού κυανού χωρίζει υπεράνω της κεφαλής σου το χάσμα, που και που δε διασχίζει τον αέρα, εκεί υψηλά, γύψ πλατυπτέρυγος ή ταχύς ιέραξ, εις τα υπέρυθρα άκρα των βράχων διακρίνεις μόλις τας οπάς όπου έχουν τα όρνεα τας φωλεάς των».
 
Ο Φραγκίσκος Πουκεβίλ που πέρασε στην περιοχή στο έργο του «Ταξίδι στην Ελλάδα» γράφει για την περιοχή: «Αυτή είναι η περιοχή που δημιούργησε η φύση για να γίνει μια μέρα το φρούριο των Αιτωλών και το καταφύγιό τους. Το επισημαίνουμε τώρα, χωρίς φόβο να προδώσουμε το μυστικό των καταφυγίων που σχημάτισαν οι ουρανοί για να γλιτώσουν τους χριστιανούς από τις βαρβαρικές επιθέσεις», «Στα γύρω μέρη αυτού του στενού, που η σιωπή του έσπαζε μόνο από το τραγούδι του φλώρου, της γαλιάντρας και του σπίνου...»
 
Με αυτά τα πολύ όμορφα αποσπάσματα από περιγραφές για την περιοχή, να ευχηθούμε σε όλους τους Έλληνες απανταχού της γης, ΚΑΛΗ ΑΝΑΣΤΑΣΗ αδέλφια και ΚΑΛΟ ΠΑΣΧΑ.

Bild: «Τα παιδιά χριστιανών γίνονται μουσουλμάνοι από φόβο στο σχολείο»

Στην Γερμανία ζητούν την ίδρυση χαλιφάτου οι μουσουλμάνοι αλλοδαποί που ζουν εκεί και σαν να μην έφτανε αυτό, σύμφωνα με την Bild, αξιωματικός της κρατικής ασφάλειας κρούει τον κώδωνα του κινδύνου: Η κατάσταση στα σχολεία είναι ακόμη πιο δραματική. 
 
Λέει, «Όλο και περισσότεροι γονείς Γερμανών παιδιών στρέφονται σε συμβουλευτικά κέντρα επειδή τα χριστιανά παιδιά θέλουν να γίνουν μουσουλμάνοι, ώστε να μην είναι πλέον ξένοι στο σχολείο».
 
Αιτία: Ο αριθμός των μουσουλμάνων παιδιών στα σχολεία αυξάνεται ραγδαία εδώ και χρόνια. Τα παιδιά των χριστιανών είναι συχνά μειοψηφία, ειδικά στις μεγάλες πόλεις. Ο δημόσιος προστάτης σημειώνει: «Λόγω της έντονης μετανάστευσης τα τελευταία οκτώ χρόνια, το ποσοστό των μουσουλμάνων νέων και παιδιών στα σχολεία έχει αυξηθεί σημαντικά. Επιπλέον, πολλά από τα παιδιά προέρχονται από αυστηρά θρησκευόμενες οικογένειες. ».
 
Πολλές μουσουλμανικές οικογένειες από αυτές τις χώρες έχουν τελείως διαφορετικά ηθικά πρότυπα από τις γερμανικές οικογένειες. Σύμφωνα με τον αξιωματικό, οι άνθρωποι ζουν αυστηρά σύμφωνα με το Κοράνι και το Ισλάμ και η τιμή της οικογένειας προηγείται.
 
«Όταν τα κορίτσια στο σχολείο συμπεριφέρονται πολύ δυτικά στα μάτια των μουσουλμάνων νέων, δεν φορούν μαντίλα ή συναντούν αγόρια, τότε εκείνοι προειδοποιούν τα κορίτσια να συμπεριφέρονται σαν πιστές μουσουλμάνες», αναφέρει.
 
Οι Γερμανοί δάσκαλοι στα σχολεία είναι συγκλονισμένοι, κάνουν τα στραβά μάτια, δεν κάνουν τίποτα ή αποτυγχάνουν στο να κάνουν κάτι.
 
Ο αξιωματικός της κρατικής ασφάλειας προειδοποιεί: «Οι άνδρες μουσουλμάνοι φοιτητές εμφανίζονται συνήθως πολύ απειλητικοί και μερικές φορές βίαιοι. Νέες παράλληλες κοινωνίες αναδύονται στις αυλές των σχολείων. Και αν ακόμα περισσότερα προσφυγόπουλα έρθουν ξανά στο σχολείο το καλοκαίρι, η κατάσταση θα γίνει ακόμα πιο εκρηκτική».
 
Υπάρχουν πλέον σχολεία σε μεγάλες πόλεις όπου το ποσοστό των μουσουλμάνων μαθητών υπερβαίνει το 80 τοις εκατό: Βερολίνο, Φρανκφούρτη, Όφενμπαχ, Ντούισμπουργκ, Έσσεν. Και οι μαθητές υποκινούνται από νεαρούς μουσουλμάνους. Η Προστασία του Πολίτη τονίζει: «Υπάρχουν ορισμένα κανάλια στα social media στα οποία οι ισλαμικοί αστέρες της ποπ πείθουν τους μαθητές ότι πρέπει να αντιταχθούν στον δυτικό τρόπο ζωής και ότι μόνο ένα χαλιφάτο είναι η σωστή μορφή διακυβέρνησης».
 
«Τα παιδιά μας τώρα πρέπει να πληρώσουν την αποτυχία της πολιτικής ένταξης μεταναστών. Είναι πεπεισμένα ότι οι μουσουλμάνοι μαθητές είναι ξεχωριστοί, ενώ οι χριστιανοί, και επομένως άπιστοι μαθητές, είναι άχρηστοι», καταλήγει αξιωματικός της κρατικής ασφάλειας!
 

π.Αρσένιος Βλιαγκόφτης- Θέλουν να επιταχύνουν την άφιξη του λεγομένου μεσσία (βίντεο)

από το κανάλι Εγρήγορση 
 
Εκπομπή με τον π. Αρσένιο Βλιαγκόφτη [Κυριακή, 28 Απριλίου 2024]

Οι ποινές για το Μάτι ή συναισθηματικός αλληθωρισμός

Γράφει ο Ηλίας Σταμπολιάδης
 
Με την έκδοση της δικαστικής απόφασης για την τραγωδία στο Μάτι, όπου βρήκαν φρυκτό θάνατο 104 άνθρωποι, πολλοί άλλοι υπέφεραν με οδυνηρά εγκαύματα και ψυχικά τραύματα ενώ πολλές περιουσίες χάθηκαν, οι επιζώντες τραυματίες, οι συγγενείς των θυμάτων, η κοινή γνώμη και η αντιπολίτευση έσπευσαν να διαμαρτυρηθούν ότι οι εξαγγελθείσες ποινές ήταν κατώτερες από τον βαθμό της ενοχής των ενόχων ενώ άλλοι εξ αυτών αθωώθηκαν.
 
Από το ιστορικό της πυρκαγιάς μαθαίνουμε ότι αυτή ξεκίνησε στο Νταού Πεντέλης, στην αυλή ενός 65χρονου για να κάψει χόρτα στην αυλή του, κατέβηκε την πλαγιά του Πεντελικού όρους ξεπέρασε την λεωφόρο Μαραθώνος και κατέληξε στην θάλασσα καίγοντας ότι υπήρχε στο διάβα της δένδρα, θάμνους, σπίτια που κρύβονταν μέσα σε αυτά, φράχτες οικοπέδων που έφραζαν την πρόσβαση προς την ακτή, αυτοκίνητα που οδηγήθηκαν από την λεωφόρο Μαραθώνος σε οδικό αδιέξοδο και κυρίως ανθρώπους και ζώα που εγκλωβίστηκαν. 
 
Όπως δείχνουν τα πράγματα για το θανατηφόρο συμβάν, που τώρα χαρακτηρίζεται σαν φονικό, δεν υπήρχε ηθικός αυτουργός ούτε ενσυνείδητος εκτελεστής του φονικού αλλά υπεύθυνοι φέρονται μία παράβαση του νόμου από έναν αμελή άνθρωπο που έβαλε φωτιά για να καθαρίσει την αυλή του Ιούλιο μήνα, οι υπάρχοντες άνεμοι, η δασώδης με πεύκα περιοχή, που κατά παράβαση των πολεοδομικών κανόνων επεκτείνετο σε πολεοδομικό συγκρότημα, η υπάρχουσα δόμηση που επέτρεψε την συνεχή περίφραξη των οικοπέδων μην αφήνοντας πρόσβαση στην παραλία, η οδική χάραξη που λόγω κακού σχεδιασμού και στενότητας των δρόμων δημιούργησε αδιέξοδα κατά την εκτροπή της κυκλοφορίας της πολυσύχναστης λεωφόρου Μαραθώνος, η σχεδόν σύγχρονη πυρκαγιά στην Κινέτα και βεβαίως η ανικανότητα συντονισμού της Πυροσβεστικής και της Αστυνομίας που το κομματικό κράτος πάντοτε επανδρώνει με κριτήρια διορισμού σαν αυτά που ανέδειξαν τον σταθμάρχη της Λάρισας. Να μην παραλείψουμε την παρουσία του τότε πρωθυπουργού στο κέντρο ελέγχου που συντόνιζε τις ενέργειες στο κέντρο ελέγχου ως ειδικός στο σκίσιμο των μνημονίων και της διαστροφής των δημοψηφισμάτων που στέρησαν στο κράτος την δυνατότητα προμήθειας του κατάλληλου εξοπλισμού κατάσβεσης και συγχρόνως απασχολούσε τους αρμόδιους να κάνουν τα λιγοστά που μπορούσαν.
 
Σήμερα καταγγέλλεται η Δικαιοσύνη για την ελαφρότητα των ποινών που επεβλήθησαν στους ενόχους και την αθώωση πολλών εκ των κατηγορουμένων ενώ όλοι γνωρίζουμε ότι οι δικαστές κρίνουν με βάση του νόμους που δεν ψηφίζουν αυτοί αλλά οι εκάστοτε κομματο-υπακούουσες κοινοβουλευτικές πλειοψηφίες όπως αυτή του άλλαξε τον ποινικό κώδικα μετά την πυρκαγιά και λίγο πριν λήξει ο χρόνος της θητείας της.
 
Όπως και να έχει το πράγμα περί αντιστοιχίας των ποινών στις αναλογούσες ευθύνες οι νεκροί και οι τραυματίες δεν πρόκειται να δικαιωθούν με την εκδίκηση έναντι των κατηγορουμένων, κριθέντων ενόχων ή μη, την στιγμή μάλιστα που όλοι κατηγορούνται για ανθρωποκτονία όχι εκ προθέσεως αλλά εξ αμελείας. Αυτό που κατά την δική μου γνώμη θα δικαίωνε την μνήμη των αδικοχαμένων νεκρών είναι η αλλαγή νοοτροπίας των ανθρώπων περί ασφαλούς συνύπαρξης με την φύση αλλά και μεταξύ τους και κυρίως η αλλαγή νοοτροπίας αυτών που εκλέγονται να θεσμοθετούν και να αναλαμβάνουν θέσεις στην διαχείριση των κοινών.
 
Αδιαμφισβήτητα ένοχοι είναι:
  • O 65χρονος που παρά την ηλικία του και τις μειωμένες προσωπικές του δυνατότητες ξεκίνησε την φωτιά στην αυλή του και προκάλεσε τους θανάτους εξ αμελείας, 
  • Oι αρμόδιοι της πολεοδομίας που δίνουν τις άδειες και επιβλέπουν την τήρηση των κανόνων κατασκευής των κτιρίων,
  • Τα Δημοτικά Συμβούλια που επιβάλουν στις πολεοδομίες τους όρους δόμησης,
  • Η ιεροποίηση των δένδρων και μάλιστα κωνοφόρων εντός οικισμών που έχει προκαλέσει η προπαγάνδα της πράσινης παρΑΛΟΓΙΑΣ, 
  • Η παράνομη δόμηση πριν από την δημιουργία πολεοδομικού σχεδίου,
  • Η στενότης των δρόμων και η ανυπαρξία διαδρόμων μεταξύ των περιφράξεων των οικοπέδων χάρη στην εξοικονόμηση χώρου για τους οικοπεδούχους, πολλοί εκ των οποίων συμμετείχαν ή και συμμετέχουν στα Δημοτικά Συμβούλια, 
  • Οι διαχρονικά εκλεγμένοι άρχοντες Νομάρχες και Βουλευτές που θέλουν να είναι ευάρεστοι στους συντοπίτες τους, 
  • Τα διαχρονικά εκλεγμένα κυβερνητικά κόμματα που δημιουργούν νόμους όπως αυτοί του συντελεστή κάλυψης και δόμησης που έχουν και την δυνατότητα επιβάρυνσης μίας αστικής δομής εις βάρος μίας άλλης με την εξευτελιστική ρύθμιση της μεταφοράς τους.
  • Η επικρατούσα αναξιοκρατία κατά την επιλογή ικανών προσώπων στην διαχείριση οργανισμών και υπηρεσιών που είναι εμφανής με την εναλλαγή τους σε κάθε αλλαγή των κυβερνήσεων και τέλος, 
  • Η αδυναμία των βουλευτών να εκφράζουν προσωπική άποψη κατά την ψήφιση των νόμων διότι η μη συμμόρφωση τους με τη κομματική γραμμή συνεπάγεται το τέλος της πολιτικής τους σταδιοδρομίας. Αυτό μεταφράζεται σε έλλειψη Δημοκρατίας στην ίδια την χώρα που την εγέννησε.
Το να θεωρούμε ότι θα επιβληθεί το δίκαιο με την εκδίκηση κατά των κατηγορουμένων αυξάνοντας το μέγεθος των ποινών για αδικήματα που γίνονται εξ αμελείας ή ανικανότητας χειρισμού δύσκολων καταστάσεων, αντί να διορθώσουμε όλα τα αίτια που αναφέρθηκαν ανωτέρω ομοιάζουμε με τον αλλήθωρο που αλλού κοιτά και αλλού θέλει να πάει χωρίς να θέλω να δικαιώσω αυτούς που άλλαξαν τον ποινικό κώδικα μετά το φονικό ατύχημα και λίγο πριν την αποχώρηση τους από την εξουσία.
 
Ηλίας Σταμπολιάδης
Μηχανικός Μεταλλείων Μεταλλουργός
τ. Καθηγητής Πολυτεχνείου Κρήτης

Μεγάλη Πέμπτη

Μεγάλη Πέμπτη: Τα γεγονότα της Μ. Πέμπτης είναι κατά σειρά τα εξής: 1. Ο Ιερός Νιπτήρας, δηλ. το πλύσιμο των ποδιών των Αποστόλων από τον ίδιο τον Κύριο. 2. Ο Μυστικός Δείπνος, δηλ. η παράδοση του μυστηρίου της Θ. Ευχαριστίας από το Χριστό. 3. Η "υπερφυής προσευχή", δηλ. η αγωνιώδης προσευχή του Κυρίου στη Γεσθημανή πριν τη σύλληψή Του. 4. Η προδοσία του Ιούδα, δηλ. η παράδοση του Κυρίου στους Ιουδαίους με φίλημα.

Η ακολουθία των Αγίων Παθών άρχιζε από το απόγευμα της Μ. Πέμπτης και διαρκούσε όλη τη νύχτα γιατί και η σύλληψη, η δίκη και οι εμπαιγμοί του Κυρίου έγιναν κατά τη νύχτα αυτή. Το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό της ακολουθίας είναι η ανάγνωση 12 Ευαγγελίων. Από αυτά, το πρώτο (το Ευαγγέλιο της Διαθήκης) περιλαμβάνει τις υποθήκες του Χριστού προς τους μαθητές και την αρχιερατική προσευχή Του. Τα υπόλοιπα Ευαγγέλια εξιστορούν τη σύλληψη, τη δίκη, τα πάθη, το σταυρικό θάνατο, την ταφή του Κυρίου καθώς και την ασφάλιση του τάφου με τη βοήθεια της κουστωδίας. Μετά την ανάγνωση του πέμπτου Ευαγγελίου γίνεται η λιτάνευση του Εσταυρωμένου, η τοποθέτηση Του στο μέσο του Ναού καθώς ο χορός ψάλλει αργά και κατανυκτικά το εξής τροπάριο:  

"Σήμερον κρεμάται επί ξύλου ο εν ύδασι τήν γην κρεμάσας. Στέφανον εξ ακανθών περιτίθεται ο των αγγέλων Βασιλεύς. Ψεύδη πορφύραν περιβάλλεται ο περιβάλλων τόν ουρανόν εν νεφέλαις. Ράπισμα κατεδέξατο ο εν Ιορδάνη
ελευθερώσας τόν Αδάμ. Ήλοις προσηλώθη ο Νυμφίος της Εκκλησίας. Λόγχη εκεντήθη ο Υιός της Παρθένου. Προσκυνούμεν σου τα πάθη, Χριστέ. Δείξον ημίν καί τήν ένδοξόν σου
ανάστασιν".

"Σήμερα κρεμιέται πάνω στο ξύλο του Σταυρού Εκείνος που κρέμασε τη γη πάνω στα ύδατα. Στεφάνι από αγκάθια περιβάλλεται στο κεφάλι ο Βασιλιάς των Αγγέλων. Ψεύτικο βασιλικό ρούχο φοράει Αυτός που ντύνει τον ουρανό με νέφη. Καταδέχτηκε να ραπιστεί Αυτός που στον Ιορδάνη ποταμό ελευθέρωσε τον Αδάμ. Με καρφιά καρφώθηκε ο Νυμφίος της Εκκλησίας. Με λόγχη τρυπήθηκε ο Γιος της Παρθένου. Προσκυνούμε τα πάθη Σου Χριστέ. Δείξε μας και την ένδοξή Σου Ανάσταση". 

πηγή

Λίγες οδηγίες πριν επισκεφθείτε το ιστολόγιό μας (Για νέους επισκέπτες)

1. Στην στήλη αριστερά βλέπετε τις αναρτήσεις του ιστολογίου μας τις οποίες μπορείτε ελεύθερα να σχολιάσετε επωνύμως, ανωνύμως ή με ψευδώνυμο, πατώντας απλά την λέξη κάτω από την ανάρτηση που γραφει "σχόλια" ή "δημοσίευση σχολίου" (σας προτείνω να διαβάσετε με προσοχή τις οδηγίες που θα βρείτε πάνω από την φόρμα που θα ανοίξει ώστε να γραψετε το σχόλιό σας). Επίσης μπορείτε να στείλετε σε φίλους σας την συγκεκριμένη ανάρτηση που θέλετε απλά πατώντας τον φάκελλο που βλέπετε στο κάτω μέρος της ανάρτησης. Θα ανοίξει μια φόρμα στην οποία μπορείτε να γράψετε το email του φίλου σας, ενώ αν έχετε προφίλ στο Facebook ή στο Twitter μπορείτε με τα εικονίδια που θα βρείτε στο τέλος της ανάρτησης να την μοιραστείτε με τους φίλους σας.

2. Στην δεξιά στήλη του ιστολογίου μας μπορείτε να βρείτε το πλαίσιο στο οποίο βάζοντας το email σας και πατώντας την λέξη Submit θα ενημερώνεστε αυτόματα για τις τελευταίες αναρτήσεις του ιστολογίου μας.

3. Αν έχετε λογαριασμό στο Twitter σας δινεται η δυνατότητα να μας κάνετε follow και να παρακολουθείτε το ιστολόγιό μας από εκεί. Θα βρείτε το σχετικό εικονίδιο του Twitter κάτω από τα πλαίσια του Google Friend Connect, στην δεξιά στήλη του ιστολογίου μας.

4. Μπορείτε να ενημερωθείτε από την δεξιά στήλη του ιστολογίου μας με τα διάφορα gadgets για τον καιρό, να δείτε ανακοινώσεις, στατιστικά, ειδήσεις και λόγια ή κείμενα που δείχνουν τις αρχές και τα πιστεύω του ιστολογίου μας. Επίσης μπορείτε να κάνετε αναζήτηση βάζοντας μια λέξη στο πλαίσιο της Αναζήτησης (κάτω από τους αναγνώστες μας). Πατώντας την λέξη Αναζήτηση θα εμφανιστούν σχετικές αναρτήσεις μας πάνω από τον χώρο των αναρτήσεων. Παράλληλα μπορείτε να δείτε τις αναρτήσεις του τρέχοντος μήνα αλλά και να επιλέξετε κάποια συγκεκριμένη κατηγορία αναρτήσεων από την σχετική στήλη δεξιά.

5. Μπορείτε ακόμα να αφήσετε το μήνυμά σας στο μικρό τσατάκι του blog μας στην δεξιά στήλη γράφοντας απλά το όνομά σας ή κάποιο ψευδώνυμο στην θέση "όνομα" (name) και το μήνυμά σας στην θέση "Μήνυμα" (Message).

6. Επίσης μπορείτε να μας στείλετε ηλεκτρονικό μήνυμα στην διεύθυνσή μας koukthanos@gmail.com με όποιο περιεχόμενο επιθυμείτε. Αν είναι σε προσωπικό επίπεδο θα λάβετε πολύ σύντομα απάντησή μας.

7. Τέλος μπορείτε να βρείτε στην δεξιά στήλη του ιστολογίου μας τα φιλικά μας ιστολόγια, τα ιστολόγια που παρακολουθούμε αλλά και πολλούς ενδιαφέροντες συνδέσμους.

Να σας υπενθυμίσουμε ότι παρακάτω μπορείτε να βρείτε χρήσιμες οδηγίες για την κατασκευή των αναρτήσεών μας αλλά και στην κάτω μπάρα του ιστολογίου μας ότι έχει σχέση με δημοσιεύσεις και πνευματικά δικαιώματα.

ΣΑΣ ΕΥΧΟΜΑΣΤΕ ΚΑΛΗ ΠΕΡΙΗΓΗΣΗ

Χρήσιμες οδηγίες για τις αναρτήσεις μας.

1. Στις αναρτήσεις μας μπαίνει ΠΑΝΤΑ η πηγή σε οποιαδήποτε ανάρτηση ή μερος αναρτησης που προέρχεται απο άλλο ιστολόγιο. Αν δεν προέρχεται από κάποιο άλλο ιστολόγιο και προέρχεται από φίλο αναγνώστη ή επώνυμο ή άνωνυμο συγγραφέα, υπάρχει ΠΑΝΤΑ σε εμφανες σημείο το ονομά του ή αναφέρεται ότι προέρχεται από ανώνυμο αναγνώστη μας.

2. Για όλες τις υπόλοιπες αναρτήσεις που δεν έχουν υπογραφή ΙΣΧΥΕΙ η αυτόματη υπογραφή της ανάρτησης. Ετσι όταν δεν βλέπετε καμιά πηγή ή αναφορά σε ανωνυμο ή επώνυμο συντάκτη να θεωρείτε ΩΣ ΑΥΣΤΗΡΟ ΚΑΝΟΝΑ ότι ισχύει η αυτόματη υπογραφή του αναρτήσαντα.

3. Οταν βλέπετε ανάρτηση με πηγή ή και επώνυμο ή ανώνυμο συντάκτη αλλά στη συνέχεια υπάρχει και ΣΧΟΛΙΟ, τότε αυτό είναι ΚΑΙ ΠΑΛΙ του αναρτήσαντα δηλαδή είναι σχόλιο που προέρχεται από το ιστολόγιό μας.

Σημείωση: Να σημειώσουμε ότι εκτός των αναρτήσεων που υπογράφει ο διαχειριστής μας, όλες οι άλλες απόψεις που αναφέρονται σε αυτές ανήκουν αποκλειστικά στους συντάκτες των άρθρων. Τέλος άλλες πληροφορίες για δημοσιεύσεις και πνευματικά δικαιώματα μπορείτε να βρείτε στην κάτω μπάρα του ιστολογίου μας.