GreekMasa - Συνταγές μαγειρικής - Forum

Κουβεντούλα => Παιδιά => Μήνυμα ξεκίνησε από: Lia_P στις Νοέμβριος 22, 2007, 21:07:03 μμ



Τίτλος: Για τους μικρούς μας φίλους-Παραμύθια
Αποστολή από: Lia_P στις Νοέμβριος 22, 2007, 21:07:03 μμ
Ένα ξεχωριστό Χριστουγεννιάτικο Δέντρο

    Ήταν Παραμονή Χριστουγέννων και ο Τίνκερ, το σκιουράκι, φορώντας τα πιο ζεστά του ρούχα, χουζούρευε στο σπιτάκι του, μέσα στη μεγάλη βελανιδιά. Κοιτούσε μια από τις εικόνες του βιβλίου του.
"Αχ !" αναστέναξε κλείνοντας το βιβλίο.

    Εκείνη τη στιγμή περνούσε απέξω χοροπηδώντας η κυρία Κουνελίτσα, και άκουσε τον Τίνκερ ν' αναστενάζει.  Η κυρία Κουνελίτσα συμπαθούσε τον Τίνκερ και ήξερε ότι συνήθως ήταν πολύ χαρούμενος.  Της φάνηκε λοιπόν παράξενο, που τον άκουσε ν' αναστενάζει.

"Τι σου συμβαίνει, Τίνκερ;" τον ρώτησε με γλυκιά φωνή.

Ο Τίνκερ έβγαλε το κεφαλάκι του στην κουφάλα του δέντρου.

"Ε, να, είδα το ωραιότερο χριστουγεννιάτικο δέντρο στο βιβλίο μου.  Ήταν στολισμένο με γυαλιστερές μπάλες και όμορφα φωτάκια, που λαμπύριζαν σαν αστέρια".

    Ο Τίνκερ έδειξε την εικόνα στην κυρία Κουνελίτσα.

"Πραγματικά, είναι πολύ όμορφο", είπε αυτή. "Μακάρι να είχα κι εγώ ένα τόσο όμορφο δέντρο, αντί γι' αυτή τη βαρετή, καφετιά βελανιδιά", είπε ο Τίνκερ.

"Μη στενοχωριέσαι, Τίνκερ", είπε η κυρία Κουνελίτσα.

"Σύντομα θα ξανάρθει η άνοιξη και το δέντρο σου θα γεμίσει όμορφα, καταπράσινα φύλλα".

¨Ναι, έχεις δίκια", αποκρίθηκε ο Τίνκερ. "Ωστόσο, πολύ θα ήθελα να ήταν πιο όμορφη η βελανιδιά μου, για τα Χριστούγεννα".

"Πήγαινε να πλαγιάσεις τώρα", είπε καλοσυνάτα η κυρία Κουνελίτσα.

¨Αύριο ξημερώνουν Χριστούγεννα".

    Η κυρία Κουνελίτσα τον αποχαιρέτησε κι έφυγε. Όμως, δεν ήθελε να είναι ο φίλος της στενοχωρημένος τις μέρες των Χριστουγέννων.  Μήπως μπορούσε, άραγε, κάπως να το βοηθήσει;

    Στον δρόμο για το σπίτι της συνάντησε κι άλλα ζωάκια: τον Λαγό Χέρμπερτ, το Ποντικούλη Φρέντι και την Νταίζη, τη Σκιουρίνα.  Τους είπε για το δέντρο που είχε δει ο Τίνκερ στο βιβλίο του, και πόσο στενοχωριόταν το σκιουράκι, που το δικό του δέντρο ήταν ολόγυμνο.

"Πολύ το συμπαθώ αυτό το σκιουράκι", είπε η κυρία Κουνελίτσα.

¨Θα ήταν υπέροχο να κάναμε γι' αυτόν κάτι το ξεχωριστό, φέτος τα Χριστούγεννα".

"Ναι, αλλά τι;" ρώτησαν ο Φρέντι και ο Χέρμπερτ με μια φωνή.

"Έχω μια ιδέα", είπε η Κουνελίτσα.  "Ακολουθήστε με".

    Το άλλο πρωί, ξημερώνοντας Χριστούγεννα, Ο Τίνκερ ξύπνησε από θορύβους και φωνές.  Έσκυψε από το δέντρο του να δει ποιος έκανε όλη αυτή τη φασαρία  -  κι αντίκρισε τους φίλους του, που είχαν μαζευτεί γύρω από τον κορμό του δέντρου.

"Καλά Χριστούγεννα, Τίνκερ", φώναξαν όλοι μαζί.  Ο Τίνκερ κοίταξε γύρω και δεν πίστευε στα μάτια του.  Όσο εκείνος κοιμόταν, οι φίλοι του δούλευαν σκληρά για να του κάνουν έκπληξη.

    Είχαν μαζέψει κουκουνάρια, μούρα, καρύδια, γκι και πουρναρόφυλλα.  Κάποιες αράχνες, μάλιστα, είχαν υφάνει περίτεχνους ιστούς.  Όταν τα ζωάκια συγκέντρωσαν όλα όσα χρειάζονταν, άρχισαν να στολίζουν το δέντρο.

    Τώρα, τα δώρα τους κρέμονταν από τα κλαριά και η γέρικη βελανιδιά δεν ήταν πια γυμνή και βαρετή.  Κι όταν άρχισε, σε λίγο, να χιονίζει, το δέντρο λαμποκοπούσε από τις ρίζες μέχρι την κορφή.

"Είναι πανέμορφο", είπε ο Τίνκερ.  "Πολύ πιο όμορφο από το δέντρο του βιβλίου. Σας ευχαριστώ όλους, πάρα πολύ.  Κανείς άλλος δεν μου είχε κάνει ποτέ ωραιότερο χριστουγεννιάτικο δώρο".
 
ΕΚΔΟΣΕΙΣ: άγκυρα


(https://www.kleurplaten.nl/kleurplaten/7433.gif)


Τίτλος: Απ: Για τους μικρούς μας φίλους-Παραμύθια
Αποστολή από: Lia_P στις Νοέμβριος 26, 2007, 07:16:20 πμ
Μια γέρικη ελιά στη φάτνη του Χριστού

Το βράδυ που γεννήθηκε ο Χριστός έκανε πολύ κρύο. Η σπηλιά ήταν κρύα και η Παναγία δεν ήξερε τι να κάνει. Τότε ο Ιωσήφ σκέφτηκε να ανάψει φωτιά για να ζεσταθούν λίγο, μα δεν έβρισκε πουθενά ξύλα. Βγαίνει έξω από τη σπηλιά, κάνει μια βόλτα, μα τίποτα. Ξαναμπαίνει πάλι μέσα, παίρνει λίγα άχυρα από τη φάτνη και ανάβει φωτιά. Μόλις τα είδε η Παναγία δάκρυσε και είπε να είναι πάντα χρυσά.

Όμως ύστερα από λίγο τα άχυρα έσβησαν. Η σπηλιά ξαναπάγωσε. Βγήκε πάλι ο Ιωσήφ και τα πόδια του μπερδεύτηκαν σ' ένα ξερό κλαδί. Ήταν δεντρολίβανο. Ο Ιωσήφ το άναψε και η Παναγία ευχήθηκε να μοσχομυρίζει και να στολίζει τις εικόνες των Αγίων. Μα η φωτιά κράτησε λίγο και η παγωνιά δυνάμωσε.
Τότε ο Ιωσήφ άκουσε μέσα από το σακούλι του φωνές που του έλεγαν: Πήγαινε Ιωσήφ στη μάνα μας την ελιά, πάνω απ' τη σπηλιά και πες της πως κινδυνεύει ο Χριστός, θα στεναχωρηθεί πολύ που το ξέραμε και δεν της είπαμε τίποτα. Ήταν μια χούφτα ελιές που τις είχε φυλάξει μαζί με λίγο ψωμί για ώρα ανάγκης.

Ο Ιωσήφ πήγε στην ελιά και εκείνη άρχισε να σπάει κομμάτια ξύλου από το γέρικο κορμό της και να τα σπρώχνει προς την είσοδο της σπηλιάς. Όλη τη νύχτα έκαιγε η φωτιά και η ζεστασιά απλώθηκε γύρω από τον νεογέννητο Χριστό.

Το πρωί το δέντρο δεν υπήρχε παρά μόνο ένα κούτσουρο ρίζας. Όταν το είδε η Παναγία δάκρυσε, έσκυψε, το χάιδεψε και είπε. Την ευχή μου να 'χεις και να μην ξεραίνεσαι ποτέ. Το λάδι σου να τρέφει και να φωτίζει τους ανθρώπους. Το βράδυ να φωτίζεις το καντήλι του Χριστού.

Έτσι κι έγινε. Μέχρι το βράδυ η ελιά ξανάγινε μεγάλη όπως ήταν πριν. Από τότε η ελιά δε γερνά. Ξεραίνεται, μα από τις ρίζες της ξαναβλασταίνει και
ξανανιώνει.


(https://www.kleurplaten.nl/kleurplaten/6705.gif)



Τίτλος: Απ: Για τους μικρούς μας φίλους-Παραμύθια
Αποστολή από: sgr στις Νοέμβριος 26, 2007, 08:58:05 πμ
Πολύ γλυκό Λία, πολύ γλυκό !


Τίτλος: Απ: Για τους μικρούς μας φίλους-Παραμύθια
Αποστολή από: Lia_P στις Νοέμβριος 26, 2007, 17:08:16 μμ
Λίζα, ξέρεις πόσο σημαντικό είναι από μικρά στα παιδιά μας να διαβάζουμε παραμύθια, βιβλία πριν από τον ύπνο και όχι μόνο; Πάρα πολύ σημαντικό,γιατί έτσι θα τα κάνουμε να αγαπήσουν το βιβλίο και θα το αποζητούν για συντοφιά. Θα αγαπήσουν τη μελέτη διότι θα τους δίνει ευχαρίστηση όπως ευχαρίστηση τους δίνει και το παραμύθι που το αγαπούν πολύ.
 Τόλμησα λοιπόν να βάλω μερικές ιστορίες - παραμύθια για τους γονείς που θα ήθελαν να διαβάσουν μια ιστορία στα παιδιά τους , πράγμα που θα τους φέρει πιο κόντα κάποια ώρα που και εκείνοι θα νιώθουν πιο ξεκούραστοι για να το κάνουν. Τα παιδιά έρχονται  πιο κοντά στους γονείς και οι γονείς αισθάνονται ότι προσφέρουν κάποιες στιγμές δημιουργικές. Μετά την αφήγησημ αν υπάρχει χρόνος μπορεί να γίνεται και διάλογος πάνω στην ιστορία που διαβάστηκε. Τα παιδιά καταλαβαίνουν όσο μικρά και να είναι.
Επίσης και μια ζωγραφιά με παρόμοιο θέμα για χρωμάτισμα.


Τίτλος: Απ: Για τους μικρούς μας φίλους-Παραμύθια
Αποστολή από: sgr στις Νοέμβριος 27, 2007, 08:48:04 πμ
Έχεις απόλυτο δίκιο.
Έτσι πρέπει να κάνει ένας σωστός γονιός αν θέλει να βάλει το λιθαράκι του στη μελλοντική αγάπη του παιδιού προς το βιβλίο.


Τίτλος: Απ: Για τους μικρούς μας φίλους-Παραμύθια
Αποστολή από: Lia_P στις Νοέμβριος 28, 2007, 22:28:38 μμ
Ο 'Εντι το ελάφι με την μπλε μύτη

Ο 'Eντι το ελαφάκι καθόταν όλη μέρα σπίτι του. Δεν μπορούσε ούτε να παίξει ούτε να δουλέψει. Ήταν αποθαρρυμένος και ενοχλημένος. Αυτό το θλιμμένο νεαρό ελαφάκι ήταν άνεργο !!! Είχε πολλές συνεντεύξεις για δουλειά αλλά όλες πάντα κατέληγαν με άσχημο τρόπο. Θα πήγαινε αλλά θα έλεγαν «Συγνώμη αλλά δεν προσλαμβάνουμε ελαφάκια σήμερα». Ο 'Eντι έκλαιγε και έλεγε «Μα ποιος είναι ο σκοπός; Η ζωή μου είναι γεμάτη από ελαφίσιες προσβολές». Η μαμά του έλεγε «Δεν έχεις καμία δικαιολογία να κοιμάσαι όλη μέρα σαν τεμπέλικο ελάφι!! Αυτό δεν είναι θέμα διακρίσεων αλλά θέμα αποφασιστικότητας. Κράτα λοιπόν τώρα ψηλά το κεφάλι και τα κέρατά σου, θα βρεις δουλειά, απλά προσπάθησε, προσπάθησε, προσπάθησε!!»
Και τότε έβγαλε την εφημερίδα από το συρτάρι και αφού έριξε μια ματιά άρχισε να φωνάζει με ενθουσιασμό διαβάζοντας την παρακάτω αγγελία «Ζητείται ελάφι από τον 'Aγιο Βασίλη». Και αμέσως τηλεφώνησε! Μόλις έκλεισε το τηλέφωνο αναφώνησε «Ο 'Aγιος Βασίλης ψάχνει 10 ελάφια επειγόντως!! Μου είπαν να πας αύριο στις 8 και να ξεκινήσεις υπάρχει πολύ δουλειά που πρέπει να γίνει και γι αυτό μην αργήσεις!!».
Ο 'Eντι λοιπόν χτένισε τη γούνα του πολύ καλά και γυάλισε ακόμη και τις οπλές του. Κατά τις 7 άρχισε να μαζεύεται πλήθος ελαφιών στο σπίτι του Αϊ Βασίλη, στην οδό Βορείου Πόλου. Ο 'Eντι δεν μπορούσε να πιστέψει στα μάτια του. Ήταν περιτριγυρισμένος από μικρούς τύπους. Είσαι τάρανδος; Τον ρωτούσαν όλοι «'Oχι, είμαι ελάφι!» απαντούσε περήφανα.
«Είσαι ελάφι ; και τι μπορείς να κάνεις;» ρώτησαν αμέσως. «θα κάνω ότι με θέλει ο Αϊ Βασίλης, ήρθα να δουλέψω για τον Αϊ Βασίλη, η μαμά μου μου διάβασε αυτήν την αγγελία και μου είπε ότι εμείς τα ελάφια είμαστε άκρως απαραίτητα!». «Μα το πρόβλημά σου είναι το μέγεθός σου, η αγγελία ήταν για μας τους μικρούληδες, μην ντραπείς που ήρθες γιατί τα ξωτικά και τα ελάφια ακούγονται το ίδιο! Αλλά και παρόλο που δεν είσαι ξωτικό θα πρέπει να πας και να μιλήσεις ο ίδιος στον Αϊ Βασίλη. Θα σε οδηγήσω εγώ σε αυτόν αμέσως, είμαι ένα από τα ξωτικά του, λέγε με Ρέι» είπε το μικρό ανθρωπάκι και προχώρησε μπροστά δείχνοντας στον 'Eντι τον δρόμο για τον Αϊ Βασίλη.
Και μετά που ο Ρέι ενημέρωσε τον Αϊ Βασίλη για τον 'Eντι, ο Αϊ Βασίλης κρυφογέλασε και είπε «χο, χο, χο. Πες στην μαμά σου ότι πρέπει να φοράει τα γυαλιά της όταν διαβάζει». Μετά τον ανέλαβε ένας τάρανδος και του είπε «μέχρι τότε θα σκεφτώ κάτι. Θα σε έχω στην λίστα με τους τάρανδους, και ίσως μάθεις να υπηρετείς ως αναπληρωματικός τάρανδος. Τώρα αν προσπαθήσεις, σου υπόσχομαι ότι θα μάθεις και να πετάς».
Μα έπεσε τόσες φορές! Κι όμως πολύ σύντομα έμαθε να πετά αρκετά καλά. Αλλά τα ελάφια, βλέπεις, είναι βαρύτερα, με κέρατα σαν κλαδιά δέντρου και έτσι ήταν κάπως αργός σε σύγκριση με την ταχύτητα που αναπτύσσουν οι τάρανδοι. Ναι, ο 'Eντι ήταν λίγο αργός, οι βαριές οπλές του γλιστρούσαν στο χιόνι και μέσα από την σκεπή περνούσε μια οπλή. Ο τάρανδος δεν έδειχνε να νοιάζεται και είπε «Μπράβο, τα πας πολύ καλά, κρατήσου». Αλλά ο 'Eντι σύντομα άρχισε να φοβάται. Δεν μπορείς να μετατρέψεις το ξωτικό σε ελάφι.
Ο Πράνσερ και ο 'Eντι ήταν πολύ χαρούμενοι και έπαιζαν κάθε μέρα. 'Eκαναν εξάσκηση σε απογειώσεις πολύ συχνά, σπινιάρανε και διπλώνανε και τινάζονταν και όσο και αν πετούσαν δεν τους ήταν αρκετό. Πέταξαν όμως και πάρα πολύ και ο 'Eντι πάγωσε, τα αυτιά και το πρόσωπό του, η μύτη του και όλα επανήλθαν εκτός από την μύτη, που παρέμεινε μπλε παγωμένη. Και έγινε θέαμα για όλους αυτή η μπλε μύτη. Ήταν όμως και λαμπερή και αποτελούσε ένα όμορφο αξιόλογο φωτάκι. 'Oποτε ο 'Eντι ανοιγόκλεινε τα μάτια του, η μύτη του φώτιζε τον ουρανό. 'Oλοι οι τάρανδοι ήρθαν να το δουν και χαίρονταν.
'Oταν το είδε και ο Αϊ Βασίλης, προβληματίστηκε με την λάμψη της μύτης του 'Eντι. Είπε στον Αϊ Βασίλη : «Θυμώσατε;» «όχι, χάρηκα» είπε ο Αϊ Βασίλης «Από δω και στο εξής θα είσαι το ελάφι αμέσου ανάγκης! Συγνώμη, αλλά πρέπει να ομολογήσω ότι μερικές φορές χάνουμε την διεύθυνση κάποιου ή ανακαλύπτω μετά την προσγείωση ότι πολλά παιδιά δεν είναι στην πόλη. Και αν έχουν μετακομίσει, ξέρεις κολλάμε και βρισκόμαστε σε άμεση ανάγκη. Γιατί για όποιον μετακομίσει ή είναι σε διακοπές σημαίνει ότι πρέπει να βρεις την νέα του τοποθεσία και να του παραδόσεις το δώρο του. Για όλα αυτά θα σε ενημερώνουμε εμείς έτσι ώστε να μην μένει κανείς παραπονεμένος. Πάντα χρειαζόμασταν κάποιον που να μπορεί να κάνει αυτές τις μεταφορές και τώρα έχουμε εσένα!! Διότι όσο τρέχουμε στο χιόνι και το δικό σου έλκηθρο θα είναι μαζί μας, όμως μόλις εγώ χτυπήσω το μαστίγιό μου δεν μπορώ να σταματήσω παρά μόνο στον επόμενο προορισμό. Οπότε εκεί θα γυρνάς εσύ. Θα καλύπτεις αυτά που χάνουμε, και η υπέροχη λαμπερή μπλε μύτη σου θα σε οδηγεί με ασφάλεια στο χιόνι. Και όσοι στον κόσμο θα βλέπουν αυτό το φως θα ξέρουν ότι είναι ο 'Eντι με την μπλε μύτη».
Και έτσι ο 'Eντι τράβηξε και αυτός έλκηθρο με την βοήθεια του ξωτικού και φίλου του Ρέι και την μπλε μύτη του να αναβοσβήνει στον αέρα. Η μαμά του 'Eντι γέμισε χαρά και περηφάνια, γιατί και δούλευε ο γιος της αλλά και για την δουλειά που έκανε. 'Eτσι κοιτάει κάθε χριστουγεννιάτικη νύχτα έξω να δει κάθε φως που αναβοσβήνει και να το χαιρετήσει. Και σκέφτεται πόσο τυχερή ήταν που βρήκε και διάβασε επίτηδες λάθος την αγγελία. 'Eτσι λοιπόν, να πάτε για ύπνο ήσυχα, όπου και να βρίσκεστε ακόμη και μακριά από το σπίτι , γιατί ο 'Eντι με την μπλε μύτη θα σας βρει και θα σας δώσει το δώρο σας!!




Τίτλος: Απ: Για τους μικρούς μας φίλους-Παραμύθια
Αποστολή από: Lia_P στις Νοέμβριος 28, 2007, 22:48:24 μμ
(https://www.kleurplaten.nl/kleurplaten/7115.gif)


Τίτλος: Απ: Για τους μικρούς μας φίλους-Παραμύθια
Αποστολή από: sgr στις Νοέμβριος 29, 2007, 09:14:17 πμ
Πολύ πολύ ζεστό παραμύθι... και οι ζωγραφιές πανέμορφες και ό,τι πρέπει για να τις εκτυπώσουμε και να ζωγραφίζουν τα βλαστάρια μας.
Λία σε ευχαριστούμε.


Τίτλος: Απ: Για τους μικρούς μας φίλους-Παραμύθια
Αποστολή από: Lia_P στις Νοέμβριος 30, 2007, 20:34:48 μμ
Ένας αλλιώτικος καλικάντζαρος


Γεια σας!
Είμαι ο Κατεργαρής κι είμαι ένας καλικάντζαρος!
Δε χρειάζεται όμως να φοβάστε. Εγώ δεν είμαι σαν τους άλλους καλικάντζαρους.
Αλλά, ας σας διηγηθώ την ιστορία μου από την αρχή. Όλοι οι καλικάντζαροι μένουμε στην Καλικαντζαροχώρα, μια χώρα μοντέρνα και γεμάτη υπερσύγχρονες κατοικίες. Εργοστάσια, τράπεζες, νοσοκομεία, σχολεία και πανεπιστήμια.

Μα τι; Πιστεύατε πως ζούμε μέσα σε τρύπες στα έγκατα της γης; Βλέπετε, τίποτα από ότι νομίζετε πως γνωρίζετε για μας, δεν είναι αλήθεια εκτός από τις αταξίες! Η αταξία είναι ο νόμος μας και όλοι οι καλικάντζαροι είναι υποχρεωμένοι να κάνουν αταξίες τα Χριστούγεννα, την Πρωτοχρονιά, μα και το Πάσχα, τις Απόκριες, το Δεκαπενταύγουστο και γενικώς πάντα ΕΚΤΟΣ...από τα Θεοφάνια, που μας κυνηγάει αυτός ο ενοχλητικός παπάς με την επίσης ενοχλητική του αγιαστούρα!

 Από την πρώτη μέρα στο σχολείο, ο δάσκαλος μας έμαθε τραγουδάκια όπως:
"Φεγγαράκι μου λαμπρό, φέγγε μου να περπατώ, να πηγαίνω στο σχολειό για να μάθω αταξίες και να κάνω φασαρίες" και παροιμίες όπως: "Μια αταξία την ημέρα, τον γιατρό τον κάνει πέρα!", αλλά και ηθικά διδάγματα όπως:

"Όποιος έχει δύο αταξίες, να δίνει τη μία στο φίλο του." Εγώ ήμουν ο καλύτερος μαθητής και έπαιρνα συνεχώς άριστα. Όλα άλλαξαν όμως, όταν έφτασε η στιγμή να κάνουμε και πρακτική εξάσκηση στην αταξία. Ανεβήκαμε σ΄ ένα δημοτικό σχολείο στη γη κρυφά το βράδυ και ανακατέψαμε όλες τις τάξεις.
Άλλος γύρισε τα θρανία ανάποδα, άλλος έβαψε τον μαυροπίνακα άσπρο, άλλος έβαλε πινέζες στη έδρα και ο χοντρός Αναμπουμπούλης, αν κι ο χειρότερος της τάξης, κρέμασε το σώβρακο του επιστάτη στο κοντάρι της σημαίας, κερδίζοντας έτσι το πρώτο του άριστα. Εγώ ανέλαβα την πιο δύσκολη αποστολή. Μπήκα στη βιβλιοθήκη και ανακάτεψα τα βιβλία. Όταν ξημέρωσε ακούγαμε όλοι κρυμμένοι στη σκεπή, τα κατορθώματα της πρώτης μας αποστολής:

-Ποιος αναποδογύρισε τα θρανία; ακούστηκε η πρώτη φωνή.
-Γιατί δεν γράφουνε οι κιμωλίες; ακούστηκε η δεύτερη.
-Αουτς!!! φώναξε η δασκάλα της τρίτης τάξης.
-Γιατί κυρία η σημαία είναι πράσινη με κόκκινες καρδούλες; απόρησε ένα πρωτάκι.
-Μα τί ωραία ταξινόμηση είναι αυτή στην βιβλιοθήκη! Πρώτη φορά συναντώ τέτοια τάξη! ακούστηκε τέλος κι η φωνή του διευθυντή του σχολείου. Όλα γύρω μου σκοτείνιασαν!

Ο δάσκαλος μου με αγριοκοίταξε, τα καλικαντζαράκια ξεκαρδίστηκαν κι εγώ, μετά από αυτή τη γκάφα, πήρα το πρώτο μου ολοστρόγγυλο μηδενικό.

Σε λίγες μέρες έφτασε η στιγμή για την δεύτερή εξόρμηση στη γη.
Στο μουσείο. Εκεί, βάλαμε στον καφέ του φύλακα υπνωτικό, του γυαλίσαμε την φαλάκρα και του κάναμε περμανάντ το μουστάκι. Ύστερα, φορέσαμε στα αγάλματα φανελάκια και εσώρουχα, και μπερδέψαμε τα ψηφιδωτά των μωσαϊκών. Εγώ, θέλοντας να βελτιώσω τη βαθμολογία μου, ασχολήθηκα με κάτι σπασμένα βάζα που βρήκα σε μια βιτρίνα.

Ύστερα, κρυφτήκαμε όλοι πάνω στους πολυελαίους περιμένοντας την βαθμολογία.
-Δεν του πάει καθόλου το κατσαρό μουστάκι του φύλακα! είπε μια Αμερικάνα τουρίστρια.

-Μα το ροζ νυχτικό του Ηνίοχου είναι πολύ σικ! θαύμασε μια Γαλλίδα. -Δεν ήξερα ότι είχανε παζλ στην αρχαιότητα! αναρωτήθηκε ένας Άγγλος.
-Τί θαύμα είναι αυτό! ακούστηκε τέλος και η φωνή της αρχαιολόγου.
-Ποιος μπόρεσε να κολλήσει τα μπερδεμένα κομμάτια των αγγείων;
Τριάντα δύο ζευγάρια μάτια και ένα ζευγάρι γυαλιά με κοίταξαν με φρίκη!
-Μα νόμιζα ότι τα θέλανε σπασμένα τα βάζα! προσπάθησα να απολογηθώ εγώ, αλλά ο δάσκαλος ζωγράφισε στο μπλοκάκι του ένα τεράστιο κουλούρι. Τα Χριστούγεννα πλησίαζαν, μαζί κι οι απολυτήριες εξετάσεις.

Ξέρετε, σε μας η σχολική χρονιά αρχίζει την επομένη των Φώτων και τελειώνει την παραμονή των Χριστουγέννων, όπου όλοι πια οι καλικάντζαροι ανεβαίνουν στη γη για αταξίες. Οι εξετάσεις θα δίνονταν σε ένα μεγάλο εμπορικό κέντρο στη γη κι έτσι το βράδυ της προπαραμονής των Χριστουγέννων, μαθητές και δάσκαλοι μαζεύτηκαν στην στολισμένη είσοδο του εμπορικού κέντρου και με ένα σφύριγμα του διευθυντή, όλα τα καλικαντζαράκια ξεχυθήκαμε στους ορόφους.
Οι όροι του διαγωνισμού ήταν σαφείς: Όσες περισσότερες αταξίες, τόσο το καλύτερο, ενώ η καλύτερη αταξία θα βραβευότανε κιόλας. Εμείς μπορούσαμε να πάμε σε όλους τους ορόφους, εκτός από τον τελευταίο για λόγους ασφαλείας, τους οποίους όμως δεν μας είπανε. Όση ώρα έτρεχα να βρω την αταξία μου έτρεχε και η καρδιά μου.

Ας έκανα επιτέλους μια μικρή αταξία. Ας μπορούσα να αποδείξω ότι είμαι και έξυπνος και ικανός.

Στον πρώτο όμως όροφο, δυστυχώς, με είχαν προλάβει, μιας κι οι συμμαθητές μου είχαν στολίσει όλα τα δέντρα με κάλτσες και παπούτσια! Στο δεύτερο, στο ζαχαροπλαστείο, ο χοντρός ο Αναμπουμπούλης είχε εργαστεί σκληρά έχοντας καταβροχθίσει όλα τα γλυκά από τις βιτρίνες και τα ψυγεία και σίγουρα θα έπαιρνε μεγάλο βαθμό...αν κατάφερνε να κατέβει τις σκάλες μ' αυτήν την τεράστια κοιλιά.
Στον επόμενο όροφο είχαν χύσει όλα τα αρώματα και τα καλλυντικά και το πάτωμα είχε γεμίσει με ζαλισμένους καλικάντζαρους.

Κρατώντας τη μύτη μου, έφυγα τρέχοντας για τον επόμενο, στο βιβλιοπωλείο, μα και εκεί με είχαν προλάβει, καθώς είχαν γυρίσει ανάποδα όλα τα γράμματα από όλα τα βιβλία. Μην με ρωτήσετε πως το έκαναν αυτό, γιατί κι εγώ δεν ξέρω!
Είχα φτάσει στον τελευταίο όροφο κι ακόμα δεν είχα κάνει ούτε μια αταξία. Πως θα τολμούσα να κατέβω, μην έχοντας κάνει, έστω, μια μικρή προβιβαστική αταξία;
Εκείνη τη στιγμή όμως, μια ιδέα άστραψε στο μυαλό μου! Κι αν συνέχιζα για τον τελευταίο όροφο; Αυτό αποφάσισα και, αφού ανέβηκα τα σκαλιά, άνοιξα την πόρτα. Και τότε βρέθηκα μπροστά σε κάτι μοναδικό! Όλο το δωμάτιο ήταν γεμάτο παιχνίδια. Κούκλες, αυτοκίνητα, τρενάκια, σπιτάκια, αρκουδάκια, και στη μέση του δωματίου έλαμπε ένα ψηλό έλατο στολισμένο με εκατοντάδες μπάλες και φωτάκια, ενώ όλος ο τόπος μύριζε φρεσκοψημένα γλυκά. Έκατσα τότε στο πάτωμα απέναντι από το δέντρο κι ήτανε τόσο ζεστά και όμορφα, που έκανα μια ευχή. -Πόσο θα 'θελα να ήμουνα χαρούμενος, όπως τα παιδάκια που παίρνουν δώρα και τραγουδάνε κάλαντα, κι όχι να δίνω εξετάσεις και να κινδυνεύω να μείνω στην ίδια τάξη.

-Έλα καλικαντζαράκι! ακούστηκε μια φωνή από πίσω μου. Μη στενοχωριέσαι!
Τρομαγμένος γύρισα κι είδα ένα χοντρό γέροντα με κόκκινα μάγουλα και παχιά μούσια.
-Μην μου κάνεις κακό! κλαψούρισα.
-Ε, μα τί είναι αυτά που λες! Από πότε ένας καλικάντζαρος φοβάται; είπε γλυκά σκουπίζοντάς μου τα μάτια.
-Τώρα πια, δεν ξέρω αν θα παραμείνω καλικάντζαρος. Είμαι τόσο άχρηστος, που μπορεί να με διώξουν.

Ούτε μια αταξία δεν είμαι ικανός να κάνω! είπα με πόνο, μα εκείνος με πήρε στην αγκαλιά του και μου είπε ήρεμα:
-Όσο υπάρχουν τα Χριστούγεννα, ποτέ ένας καλικάντζαρος δεν θα είναι άχρηστος. Κι όσο υπάρχουν οι καλικάντζαροι, θα υπάρχουν και οι αταξίες! Και βγάζοντας από το κεφάλι του έναν κόκκινο σκούφο κεντημένο με χρυσή κλωστή, μου τον φόρεσε στο κεφάλι και με συνόδευσε στην πόρτα. Εκεί με φίλησε στο μέτωπο και με χαιρέτησε.

-Καλά Χριστούγεννα Κατεργαρή! είπε κι έκλεισε την πόρτα. Εγώ νιώθοντας ξαφνικά πολύ χαρούμενος, κατέβηκα τα σκαλιά χορεύοντας με τον τεράστιο σκούφο του παππού που ήξερε το όνομά μου.
Όταν όμως με αντικρίσανε οι άλλοι καλικάντζαροι, πάγωσαν.
-Ο σκου...ο σκούφος! ψέλλισε σαστισμένος ο δάσκαλος.
-Τι έχει ο σκούφος μου; απόρησα εγώ.
-Είναι του Αι-Βασίλη! είπε έκπληκτος.
-Ο Κατεργαρής έκλεψε τον σκούφο του Αι-Βασίλη! φώναξαν όλα τα καλικαντζαράκια.
Ξαφνικά όλοι με περικύκλωσαν και με σήκωσαν στα χέρια τους.
-Μπράβο στον Κατεργαρή, που έκλεψε τον σκούφο του Αι-Βασίλη! Μπράβο στον Κατεργαρή, που έκανε την πιο δύσκολη αταξία! φώναζαν όλοι, ενώ ο διευθυντής του σχολείου μου έδωσε με περηφάνια το έπαθλο των εξετάσεων.
Ένα μεγάλο λαμπερό κύπελλο με χαραγμένη τη φράση:" Στην μεγαλύτερη αταξία της χρονιάς"!

Έτσι, στους ώμους των άλλων καλικάντζαρων γύρισα στην Καλικαντζαροχώρα, κι εκεί με περίμενε μεγάλο τραπέζι και γλέντι ως την ημέρα των Φώτων. Μεταξύ μας, χάρισα το μεγάλο κύπελλο στον Αναμπουμπούλη, γιατί εγώ δεν έκανα καμία αταξία στην πραγματικότητα, ενώ εκείνος πήγε στο νοσοκομείο με γαστρεντερίτιδα από τα πολλά γλυκά.

Εμένα μου φτάνει που πέρασα την τάξη κι έχω τον ωραιότερο σκούφο στον κόσμο! Το δώρο του Αι-Βασίλη! Σας αφήνω τώρα γιατί με έχει καλέσει ένας φίλος μου για πορτοκαλάδα.

Ξέρετε! Εκείνος ο ενοχλητικός παπάς με την επίσης ενοχλητική του αγιαστούρα! Μην το πείτε σε κανέναν! Αλλά βλέπετε, εγώ είμαι ένας αλλιώτικος καλικάντζαρος. Ο Κατεργαρής με το όνομα!


Τίτλος: Απ: Για τους μικρούς μας φίλους-Παραμύθια
Αποστολή από: Lia_P στις Δεκέμβριος 01, 2007, 06:21:19 πμ
(https://www.kleurplaten.nl/kleurplaten/7629.gif)


Τίτλος: Απ: Για τους μικρούς μας φίλους-Παραμύθια
Αποστολή από: Lia_P στις Δεκέμβριος 01, 2007, 06:25:04 πμ
(https://www.kleurplaten.nl/kleurplaten/7601.gif)


Τίτλος: Απ: Για τους μικρούς μας φίλους-Παραμύθια
Αποστολή από: Lia_P στις Δεκέμβριος 04, 2007, 16:36:41 μμ
Το κοριτσάκι με τα σπίρτα

Ήταν παραμονή Πρωτοχρονιάς και οι χιονισμένοι δρόμοι είχαν ερημώσει. Από τα φωτισμένα παράθυρα έρχονταν ήχοι από γέλια και τραγούδια. Όλοι ετοιμάζονταν να υποδεχτούν τον Νέο Χρόνο. Δίπλα στο παράθυρο στεκόταν λυπημένο ένα κοριτσάκι.

Το κουρελιασμένο της φουστάνι και η τριμμένη σάρπα της δεν την προστάτευαν από το κρύο και προσπαθούσε σκληρά για να μην ακουμπήσει τα ξυπόλητα πόδια της στο παγωμένο έδαφος. Δεν είχε πουλήσει ούτε ένα κουτάκι σπίρτα όλη την ημέρα και φοβόταν να γυρίσει σπίτι, γιατί ο πατέρας της σίγουρα θα θύμωνε. Έτσι κι αλλιώς, στην υγρή και σκοτεινή σοφίτα που έμενε δεν θα ήταν πολύ πιο ζεστά. Τα δάχτυλα της μικρής είχαν παγώσει. Αν άναβε ένα σπίρτο! Τι θα έλεγε όμως ο πατέρας της για μια τέτοια σπατάλη!

Διστακτικά, έβγαλε ένα σπίρτο και το άναψε. Τι όμορφη ζεστή φλόγα! Η μικρή την έκλεισε στη χούφτα της και ...ξαφνικά είδε μέσα στο φως της να καίει ένα μεγάλο λαμπερό τζάκι. Το κοριτσάκι άπλωσε τα χέρια στη ζεστή θαλπωρή του, αλλά ακριβώς τότε το σπίρτο έσβησε και η εικόνα χάθηκε. Το βράδυ φαινόταν τώρα πιο σκοτεινό και το κρύο γινόταν πιο τσουχτερό. Ένα ρίγος διαπέρασε το κορμάκι της μικρής.

Αφού δίστασε για αρκετή ώρα, άναψε ακόμα ένα σπίρτο. Αυτή το φορά η λάμψη μεταμορφώθηκε σε μια τεράστια τζαμαρία. Πίσω από αυτήν βρισκόταν στρωμένο ένα γιορτινό τραπέζι γεμάτο φαγητά και φωτισμένο από ένα κηροπήγιο. Με τα χέρια ανοιχτά προς τα φαγητά η μικρή πέρασε μέσα από το τζάμι ...αλλά και αυτό το σπίρτο έσβησε και η μαγική σκηνή μαζί του.

Η καημενούλα, μέσα σε λίγα μόνο δευτερόλεπτα είχε πάρει μια γεύση από όλα όσα της είχε αρνηθεί η ζωή της: ζεστασιά και καλό φαγητό. Το κοριτσάκι άρχισε να κλαίει και έστρεψε το βλέμμα προς το παράθυρο, ελπίζοντας να γνωρίσει κι αυτή για λίγο τόση ευτυχία.

Άναψε το τρίτο σπίρτο και τότε συνέβη κάτι ακόμα πιο θαυμαστό! Μπροστά της είχε τώρα ένα πανέμορφο χριστουγεννιάτικο δέντρο στολισμένο με εκατοντάδες κεριά, παιχνίδια και πολύχρωμες μπάλες. «Τι όμορφο!» αναφώνησε η μικρή κρατώντας ακόμα το σπίρτο. Το σπίρτο της έκαψε το δάχτυλο και έσβησε κι αυτό με τη σειρά του. Το φως των χριστουγεννιάτικων κεριών ανέβηκε ψηλά, ψηλότερα, όλο και πιο ψηλά και τότε ένα από τα φώτα έπεσε, αφήνοντας μια γραμμή πίσω του. "Κάποιος πεθαίνει," σιγομουρμούρησε το κοριτσάκι. Όπως έλεγε η αγαπημένη της γιαγιά: "Όταν πέφτει ένα αστέρι, μια καρδιά σταματάει να χτυπάει!"

Σαν υπνωτισμένη η μικρή άναψε ένα ακόμα σπίρτο. Αυτή τη φορά είδε τη γιαγιά της. "Γιαγιά, μείνε μαζί μου!" ικέτευσε και άναβε το ένα σπίρτο μετά το άλλο για να μην εξαφανιστεί και η γιαγιά όπως οι προηγούμενες εικόνες. Η γιαγιά δεν εξαφανίσθηκε, αλλά την κοίταζε χαμογελαστά. Άνοιξε τα χέρια της και η μικρή την αγκάλιασε κλαίγοντας: "Γιαγιά, πάρε με μαζί σου!" Ξημέρωσε ένας χλωμός ήλιος πάνω στους παγωμένους δρόμους της πόλης.

Στο έδαφος το άψυχο σώμα ενός μικρού κοριτσιού, περικυκλωμένο από χρησιμοποιημένα σπίρτα. "Καημενούλα!" είπε ένας περαστικός. "Προσπαθούσε να ζεσταθεί!" Όμως τότε, η μικρούλα βρισκόταν ήδη πολύ μακριά, κάπου όπου δεν υπάρχει κρύο, πείνα και πόνος.

Χανς Κρίστιαν 'Αντερσε




Τίτλος: Απ: Για τους μικρούς μας φίλους-Παραμύθια
Αποστολή από: Lia_P στις Δεκέμβριος 04, 2007, 16:36:56 μμ
(https://www.kleurplaten.nl/kleurplaten/9728.gif)


Τίτλος: Απ: Για τους μικρούς μας φίλους-Παραμύθια
Αποστολή από: sgr στις Δεκέμβριος 05, 2007, 08:48:11 πμ
Λία είσαι καταπληκτική. Κλασσικό και αγαπημένο παραμύθι το κοριτσάκι με τα σπίρτα.
Και ο Άγιος Βασίλης με το δεντράκι του περιμένουν παιδικά χεράκια να τα ζωγραφίσουν έ ?
 


Τίτλος: Απ: Για τους μικρούς μας φίλους-Παραμύθια
Αποστολή από: Lia_P στις Δεκέμβριος 05, 2007, 22:24:19 μμ
Ο γέρο χρόνος ο στριμμένος

Παραμονή Πρωτοχρονιάς ο γέρο χρόνος ο στριμμένος δεν ήθελε να κλείσει το βαρύ μπαούλο του με όλες τις κουρελαρίες του μέσα κι αφού έβγαλε την τσαγιέρα από τη φωτιά, πρόσφερε τσάι στις μέρες, στις βδομάδες και στους μήνες, που είχαν γεράσει μαζί του και κουρασμένοι κάθονταν γύρω του.

Η καμπάνα χτύπησε τρεις φορές στο σπίτι του γέρο χρόνου και μια κουτσή υπηρέτρια στιγμή, πετάχτηκε κουτσαίνοντας να ανοίξει την πόρτα. Μπήκαν οι ώρες, τα λεπτά και τα δευτερόλεπτα που πέρασαν μαζί του και ξεφυσώντας κι αναστενάζοντας στρώθηκαν κι αυτά γύρω του.

Ο γέρο χρόνος ο στριμμένος πρόσφερε και σ'αυτά τσάι κι άρχισε να τους εξηγεί το τρομερό σχέδιό του. "Σας κάλεσα εδώ απόψε για να σας πω ότι δεν έχω σκοπό να εγκαταλείψω το σπίτι μου και να το αφήσω να μου το πάρει ο νέος χρόνος.
Αυτός ο νέος χρόνος θέλει να δοξαστεί με ένα παγκόσμιο γεγονός που θα γίνει, την Ολυμπιάδα.

Μα, εγώ δε θα τον αφήσω. Θα μείνω και θα αναλάβω εγώ τους Ολυμπιακούς αγώνες.

΄Ετσι μαζί με σας θα αρχίσω και πάλι να περνάω επάνω στα ρολόγια και θα δοξαστώ στους αιώνες, στην ιστορία των Ολυμπιακών αγώνων".
"Μπράβο, μπράβο", χειροκρότησαν οι γριές υπηρέτριες στιγμές.
Οι μέρες και οι ώρες, αφού κοιτάχτηκαν με έκπληξη με αυτά που άκουσαν, μία-μία συνερχόταν κι άρχισαν να γελάνε. ΄Υστερα άρχισαν να γελάνε οι βδομάδες και τα λεπτά κι όταν στο τέλος προστέθηκαν οι μήνες και τα δευτερόλεπτα, το σπίτι του γέρο χρόνου τραντάζονταν από τα γέλια. "Ποτέ δεν μας έκανες να γελάσουμε έτσι", έλεγαν και δεν μπορούσαν να σταματήσουν.

Ο γέρο χρόνος ο στριμμένος κρατούσε το χοντρό κεφάλι του, "σταματήστε", φώναζε και τον έπιασε μια νευρική τρεμούλα που έγινε σεισμός. "Τα επτά χάπια μου.

Πού είναι τα επτά χάπια μου", διέταξε κι αμέσως μια γριά υπηρέτρια στιγμή, που ήταν και λίγο κουφή, του έφερε δεκαεπτά χάπια που τα ήπιε όλα με μιας.
- Τώρα είμαι καλύτερα. Λοιπόν, τι λέγαμε; Α, ναι! Που λέτε, εγώ θα μείνω και μαζί μου θα μείνετε κι εσείς και θα...

- Μα πώς θα γίνει αυτό γέρο χρόνε στριμμένε; Είπαν οι μέρες.
- Ο,τι πέρασε περνά και δεν ξαναγυρνά, είπαν οι βδομάδες κι οι μήνες συμφώνησαν.

Ο γέρο χρόνος ο στριμμένος που φορούσε μια γκρίζα φθαρμένη στολή με χρυσά κουμπιά και συρίτια κι ένα σκουριασμένο ρολόι στο κεφάλι αντί για καπέλο, έκανε μια νευρική κίνηση και καθώς χύθηκε το καυτό τσάι επάνω του, έβγαλε μια αστεία κραυγή.

Τότε οι ώρες μαζί με τα λεπτά και τα δευτερόλεπτα του φώναξαν:
"Το μπαούλο σου να κλείσεις και να μην ξαναγυρίσεις". "Ποτέ! Ποτέ! Ποτέ!", άστραψε και μπουμπούνισε ο γέρο χρόνος ο στριμμένος κι έριξε μια ξαφνική μπόρα μαζί με χοντρό χαλάζι που έσπαγε τα κεραμμύδια των σπιτιών και κατέστρεφε τις σοδειές από τα χωράφια, ενώ οι άνθρωποι έτρεχαν να φυλαχτούν. "Πολύ μας ταλαιπώρησε αυτός ο χρόνος", συζητούσαν κάτω από τα υπόστεγα. Στο σπίτι του γέρο χρόνου, οι μέρες, οι βδομάδες και οι μήνες τελείωσαν το τσάι τους και σηκώθηκαν. "Ας πηγαίνουμε καλύτερα", είπαν και μαζί τους σηκώθηκαν οι ώρες, τα λεπτά και τα δευτερόλεπτα. "Ναι, ας πηγαίνουμε, πριν ο νέος χρόνος μας βρει εδώ στο σπίτι του και θυμώσει". "Αυτός που θα θυμώσει είμαι εγώ", είπε ο γέρο χρόνος ο στριμμένος και φυλάκισε τις μέρες, τις βδομάδες και τους μήνες στα κατάβαθα υπόγεια του σπιτιού του, εκεί που φυλάκιζε τους μπελάδες, τις σκοτούρες και τις αγωνίες. Κάθε τόσο, διέταζε τις γριές υπηρέτριες στιγμές του και ξεκλείδωναν αρκετούς απ'αυτούς τους μπελάδες, τις σκοτούρες και τις αγωνίες, για να τις μοιράσει ολόγυρα στον κόσμο.

Μα ήταν τόσες πολλές που είχαν περισσέψει στα υπόγειά του. ΄Οσο για τις ώρες, τα λεπτά και τα δευτερόλεπτα, τα πέρασε όλα στη ζώνη του και τα έκανε κομπολόι. Δίχως αυτά δεν θα υπήρχε ο ίδιος και δεν θα μπορούσε να λέγεται χρόνος. ΄Υστερα σφράγισε καλά τα παράθυρα και πίσω από τις πόρτες έσειρε κι έβαλε βαριά έπιπλα, τα βάσανα.
Κι αυτά του είχαν περισέψει. ΄Ετσι λοιπόν ο νέος χρόνος δεν θα μπορούσε να ανοίξει να μπει στο σπίτι και να τον διώξει. ΄Όμως ήταν ήδη πολύ αργά. Οι τελευταίες του ώρες επάνω στο σκουριασμένο ρολόι που φορούσε στο κεφάλι του προχωρούσαν κι ήταν έτοιμες να παραδώσουν το σπίτι στο νέο χρόνο. Τότε ο γέρο χρόνος ο στριμμένος έβγαλε το σκουριασμένο ρολόι από το κεφάλι του και το πέταξε μακριά.

Από τα μαλλιά του ξεχύθηκαν χιόνια που έγιναν πυκνές χιονοστιβάδες και σκέπασαν όλο τον κόσμο, ενώ το σπίτι θάφτηκε για τα καλά από κάτω. "Χα, χα, χα, άντε τώρα να μας βρει ο νεαρός χρόνος", είπε, μα του κόπηκε η ανάσα κι έπιασε την καρδιά του.

΄Ένα-ένα τα χρυσά κουμπιά από τη φθαρμένη, γκρίζα στολή του έπεφταν στο πάτωμα και κυλούσαν γύρω από τις τελευταίες υπηρέτριες στιγμές του, που έτρεχαν από δω κι από κει για να τα μαζέψουν. Μια άλλη γριά στιγμή που δεν έβλεπε καλά, ήρθε γρήγορα με βελόνα και κλωστή για να τα ράψει, μα το ύφασμα της στολής του ήταν πια ένα σκέτο κουρέλι. Ο γέρο χρόνος ο στριμμένος ένοιωθε πολύ κουρασμένος με όλα τούτα.
Ξάπλωσε στο κρεβάτι του κι αποκοιμήθηκε με ένα ροχαλητό από κεραυνούς και μπουμπουνητά και δεν ξαναξύπνησε.


Τίτλος: Απ: Για τους μικρούς μας φίλους-Παραμύθια
Αποστολή από: Lia_P στις Δεκέμβριος 05, 2007, 22:25:38 μμ
(https://www.kleurplaten.nl/kleurplaten/8870.gif)


Τίτλος: Απ: Για τους μικρούς μας φίλους-Παραμύθια
Αποστολή από: Lia_P στις Δεκέμβριος 13, 2007, 15:51:09 μμ
 (https://www.christmasinathens.gr/files/images/xmas2-(2).gif)            "Το αγγελάκι της φουντωτής γιρλάντας"

 Έρχονται τα Χριστούγεννα! φώναξε χαρούμενα ένα χειμωνιάτικο πρωινό ο μικρός άγγελος. Η Χριστουγεννιάτικη φουντωτή γιρλάντα με τους εφτά αγγέλους που κρέμονταν από πάνω της, τινάχτηκε ολόκληρη.
- Μας ξύπνησες! διαμαρτυρήθηκαν οι άγγελοι με μια φωνή. Τι σε έπιασε και φωνάζεις ξαφνικά;
- Έρχονται! Έρχονται τα Χριστούγεννα! φώναξε και πάλι ο μικρός άγγελος. Οι άλλοι άγγελοι χασμουρήθηκαν. Ίσιωσαν τα χάρτινα φτερά τους που ήταν σκεπασμένα με λείο και μαλακό ύφασμα και ρώτησαν το μικρό τους αδερφό.
- Και εσύ που το ξέρεις; Μέσα σε αυτό το κουτί που είμαστε κλεισμένοι, δεν έχουμε ούτε ημερολόγια, ούτε ρολόγια. Πως μπορούμε να ξέρουμε τι εποχή είναι, αν πλησιάζουν τα Χριστούγεννα ή το Πάσχα; Το μόνο που μπορούμε να κάνουμε είναι να περιμένουμε τη στιγμή που κάποιος θα ανοίξει το καπάκι από το κουτί και θα μας τοποθετήσει με τα άλλα στολίδια πάνω στο δέντρο.
- Κι όμως εγώ ξέρω πως έρχονται τα Χριστούγεννα! Τα μυρίζω! Οι άγγελοι της φουντωτής γιρλάντας έξυσαν συγχρονισμένοι σαν χορευτές μπαλέτου, το φτιαγμένο από γουνίτσα φωτοστέφανο στο κεφάλι τους.
- Τα μυρίζεις; απόρησαν! Α, εσύ είσαι τελείως χαζούλης!
- Μα ναι! επέμενε ο μικρός άγγελος. Τα μυρίζω στον αέρα που έχει γίνει υγρός και βαρύς. Στη μυρωδιά από τα ξύλα που καίγονται στο τζάκι. Στα γλυκά με κανέλα και μέλι που φτιάχνουν στην κουζίνα του σπιτιού. Έρχονται Χριστούγεννα σας λέω!
- Εμείς το μόνο που μυρίζουμε εδώ μέσα είναι κλεισούρα και σκόνη. Κοιμήσου μικρέ. Έχουμε καιρό ακόμα μέχρι τα Χριστούγεννα του είπαν οι άγγελοι και ξάπλωσαν πάνω στο βαμβάκι που είχαν για στρώμα για να μη τσαλακωθούν και σκιστούν.
Όμως ο μικρός άγγελος, ο τελευταίος στη φουντωτή γιρλάντα με τους αγγέλους, δεν μπορούσε να κοιμηθεί από την χαρά και την προσμονή. Έφταναν τα Χριστούγεννα και επιτέλους θα βρισκότανε και πάλι πάνω στο στολισμένο δέντρο. Εκεί μπορούσε να βλέπει όλο το σπίτι, στολισμένο με γκι και κορδέλες. Να λιγουρεύεται το γιορτινό τραπέζι με τα γλυκά και τα φαγητά που μοσχοβολούσαν. Να λικνίζεται στο ρυθμό των όμορφων τραγουδιών που ηχούσαν παντού και να χαίρεται με τα γέλια, τα παιχνίδια και τις κλεφτές ανυπόμονες ματιές των παιδιών στα κουτιά με τα δώρα κάτω από τα κλαδιά του έλατου. Και να που πραγματικά είχε δίκιο.
Τα Χριστούγεννα πλησίαζαν με γοργούς ρυθμούς και κάποια μαγική στιγμή, το καπάκι του κουτιού που κρατούσε κλειστή την φουντωτή χριστουγεννιάτικη γιρλάντα με τους εφτά αγγέλους άνοιξε. Το φως ξεχύθηκε λαμπρό και ζεστό μέσα στο κουτί και ξύπνησε τα αγγελάκια που χαρούμενα φώναξαν όλα μαζί πια:
- Ήρθαν τα Χριστούγεννα! Ήρθαν τα Χριστούγεννα!
Μαζί με αυτό, άνοιξαν και άλλα κουτιά. Το μεγάλο κουτί με τις γυάλινες μπάλες που τσούλησαν γρήγορα στο χαλί. Το κουτί με τους βελούδινους φιόγκους που τεντώθηκαν νυσταγμένοι. Το κουτί με τις καμπάνες που με μιας άρχισαν να χτυπάνε. Τον ξύλινο καρυοθραύστη που ακόνισε την μασέλα του. Τα Άγιο-βασιλάκια που κρατούσαν κιθάρες και βιολιά στα χέρια τους. Και στη γλώσσα των παιχνιδιών που κανείς δεν γνωρίζει και δεν ακούει, άρχισαν όλα τα στολίδια να πανηγυρίζουν, να γελάνε και να τραγουδάνε χαρούμενα που μετά από μεγάλη αναμονή οι γιορτές έφτασαν και το φως της μέρας ανέδειξε τα όμορφα χρώματα τους.
Μα πιο πολύ χαρούμενος ήταν ο μικρός άγγελος της φουντωτής γιρλάντας. Γιατί αυτός ήξερε πιο μπροστά από τα άλλα στολίδια πως τα Χριστούγεννα είχαν φτάσει.
Το μύριζε και το ένιωθε μέσα στην καρδιά του και δεν έβλεπε την ώρα να σταθεί πάνω στο δέντρο και πάλι. Και η στιγμή αυτή είχε φτάσει.
Τα λεπτά χέρια μιας όμορφης γυναίκας με μακριά μπουκλωτά μαλλιά μπήκαν μέσα στο κουτί και έπιασαν την γιρλάντα με τους αγγέλους. Η καρδιά του μικρού αγγέλου πήγε να σπάσει.
- Τώρα θα πετάξω ψηλά στο έλατο, σκέφτηκε. Θα δω το στολισμένο σπίτι, τα παιδάκια που τρέχουν γύρω από τα σκορπισμένα στο σαλόνι στολίδια και δώρα, τα χαμόγελα στα πρόσωπα όλων να ζεσταίνουν το κρύο που ένιωθα τόσο καιρό μέσα στο κουτί.

Μα καθώς σκεφτόταν όλα αυτά χρατς! Το χάρτινο φτερό του πιάστηκε στο καπάκι από το κουτί που δεν είχε καλά ανοίξει και κόπηκε στη μέση.
- Αχ τι κρίμα! Έσκισα το φτερό του τελευταίου στη σειρά αγγέλου. Δεν πειράζει.
Τώρα η γιρλάντα θα έχει μόνο έξι αγγέλους, είπε η γυναίκα με τα μπουκλωτά μαλλιά και παίρνοντας στα χέρια της ένα ψαλίδι έκοψε το σκοινί που συγκρατούσε τον άγγελο στην φουντωτή γιρλάντα και τον έβαλε και πάλι μέσα στο κουτί. Όλα τότε ησύχασαν.
Τα στολίδια έπαψαν να γελάνε και να φωνάζουνε στη γλώσσα των παιχνιδιών. Το φως που έλουζε τα κουτιά χλόμιασε και το κρύο σκέπασε τον μικρό άγγελο με το σκισμένο φτερό, που έμεινε ξαπλωμένος στον πάτο του κουτιού.
- Δεν θα γνωρίσω τα φετινά Χριστούγεννα. Δεν θα μυρίσω τα φρεσκοψημένα γλυκά στο φούρνο. Δε θα τραγουδήσω μαζί με τα παιδιά, που θα στέκονται στην πόρτα χτυπώντας τριγωνάκια τα κάλαντα για τον Χριστούλη, είπε πολύ λυπημένος ο μικρός άγγελος και χάρτινα δάκρυα άρχισαν να πέφτουν από τα ζωγραφισμένα μάτια του.
Μα πριν προλάβει να κρυώσει η καρδούλα του, άλλο ένα χέρι μπήκε μέσα στο κουτί. Ήταν μικρό και στρουμπουλό και άρχισε να ψαχουλεύει το κουτί ανακατεύοντας το μπαμπάκι του πάτου τόσο, που ο άγγελος έκανε τούμπες. Ύστερα, έπιασε τον μικρό άγγελο που έστεκε, χωρίς την γιρλάντα, μόνος με το σκισμένο φτερό του. Κι όταν το χέρι τον σήκωσε, ο άγγελος, έστω και με ένα φτερό, πέταξε ψηλά κι αντίκρισε ένα μικρό παιδάκι, που ίσα ίσα στεκόταν στα ποδαράκια του και περπατούσε άτσαλα.
Το μικρό παιδάκι με τον άγγελο στο τεντωμένο του χέρι έφτασε στραβοπατώντας τη γυναίκα με τα μπουκλωτά μαλλιά και της έδωσε τον άγγελο.
- Θέλεις να τον βάλουμε κι αυτόν στο δέντρο; ρώτησε η γυναίκα.
Το παιδάκι γέλασε τότε τόσο τρανταχτά και γλυκά, που ο μικρός άγγελος έπαψε πια να κρυώνει και μια μαγική θαλπωρή τον τύλιξε.
Η γυναίκα πήρε τον μικρό άγγελο από το χεράκι του παιδιού, του τίναξε από πάνω του τα ανακατεμένα μπαμπάκια και με προσοχή κόλλησε το μισό φτερό που του έλειπε. Ύστερα, ανεβαίνοντας σε μια μεγάλη σκάλα τον έβαλε πιο ψηλά από τα άλλα στολίδια, πιο ψηλά ακόμα και από την γιρλάντα των έξι αγγέλων. Στην κορυφή του δέντρου! Και καθώς το μικρό παιδάκι είδε τον άγγελο τόσο λαμπερό και όμορφο άρχισε να χτυπάει παλαμάκια και για μια στιγμή φάνηκε σε όλους πως ο μικρός άγγελος ζωντάνεψε κι έγινε ένας αληθινός άγγελος που είχε κατέβει από τον ουρανό για να αναγγείλει τη γέννηση του Χριστού.
Κι εκεί απάνω ο μικρός άγγελος έζησε τα πιο όμορφα Χριστούγεννα που είχε ζήσει ποτέ του. Με μυρωδιές, με τραγούδια, με γέλια και παιχνίδια, μα και με κάτι ακόμα που έκανε τις γιορτινές μέρες πιο πλούσιες και πιο ζεστές. Με αγάπη!



Τίτλος: Απ: Για τους μικρούς μας φίλους-Παραμύθια
Αποστολή από: sgr στις Δεκέμβριος 13, 2007, 15:55:29 μμ
Αυτό που μου αρέσει είναι που μαζί με τα παραμυθάκια μας βάζεις και μια ζωγραφιά.
Ευχαριστούμε πολύ.


Τίτλος: Απ: Για τους μικρούς μας φίλους-Παραμύθια
Αποστολή από: Lia_P στις Δεκέμβριος 13, 2007, 16:24:51 μμ
(https://www.kleurplaten.nl/kleurplaten/6592.gif)


Τίτλος: Απ: Για τους μικρούς μας φίλους-Παραμύθια
Αποστολή από: ArXoS στις Δεκέμβριος 13, 2007, 17:18:36 μμ
Μπράβο βρε Λία .. καταπληκτικά  :o :o :o


Τίτλος: Απ: Για τους μικρούς μας φίλους-Παραμύθια
Αποστολή από: LITSA5 στις Δεκέμβριος 13, 2007, 22:25:04 μμ
Φαντάζομαι πόσο ευτυχισμένα θα κάνης κάποτε τα εγγόνια σου Λία μου!!!με τα τόσα όμορφα παραμυθάκια που θα τους λές....ΝΑΣΑΙ ΚΑΛΑ ΓΙΑ ΝΑ ΤΑ ΑΠΟΛΑΥΣΗΣ!!!!


Τίτλος: Απ: Για τους μικρούς μας φίλους-Παραμύθια
Αποστολή από: Lia_P στις Δεκέμβριος 14, 2007, 18:52:21 μμ
Μέχρι να φτάσω, Λιτσάκι, στα εγγόνια έχω χρόνια αρκετά. Μέχρι στιγμής προσπαθώ να προσφέρω ένα λιθαράκι στα παιδάκια του κόσμου........ :D


Τίτλος: Απ: Για τους μικρούς μας φίλους-Παραμύθια
Αποστολή από: Lia_P στις Δεκέμβριος 14, 2007, 18:56:37 μμ

(https://www.christmasinathens.gr/files/images/santa_claus_1024.thumbnail.jpg)    "Ωχ!... Έλατο":
 Μαρία Κίτρα
 Απέξω ακούγεται φρενάρισμα αυτοκινήτου (είναι το έλκηθρο του Α.Β.) Φαίνεται το πρόσωπο ενός ταράνδου

… Στο σπίτι του `Αγιου Βασίλη στην Καισαρεία η σύντροφός του η κυρά- Βασιλική είναι καθισμένη στην πολυθρόνα της μπροστά στο τζάκι που σιγοκαίει και πλέκει ένα κόκκινο πουλόβερ. Κάποια στιγμή, αργά το βράδυ επιστρέφει κατάκοπος στο σπίτι και ο `Αγιος Βασίλης. `Ολη αυτή την εβδομάδα δούλευε ασταμάτητα στο «εργοστάσιο κατασκευής παιχνιδιών» προκειμένου να ετοιμάσει τα δωράκια των παιδιών όλου του κόσμου. Εκτός όμως από πολύ κουρασμένος, φαίνεται και λιγάκι στενοχωρημένος. Κι αυτό γιατί μόλις μπήκε στο σπίτι κοίταξε το έλατο που ήταν δίπλα στο τζάκι και ξεφύσηξε πολλές φορές. Χωρίς να πει κουβέντα, πήγε κοντά στο δέντρο, του έριξε μια ματιά γύρω-γύρω κι αφού φύσηξε και ξεφύσηξε σαν ταύρος στην αρένα, έκατσε μουτρωμένος μπροστά στο τζάκι να ζεσταθεί το κοκαλάκι του.

Καλώς τον, καλώς τον!, λέει η κυρά Βασιλική στον άντρα της χωρίς να τον πολυπροσέξει μια και είναι σκυμμένη πάνω στο πλεχτό της.
Μμμ, καλησπέρα…, απαντά εκείνος και βάζει τα χέρια του στα μάγουλά του σαν μικρό παιδάκι.
Κουράστηκες καημενούλη μου ε;
Μμμ, κουράστηκα, λέει και διπλώνει μουτρωμένος τα χέρια του στο στήθος.
Θέλεις να σου σερβίρω ένα πιάτο ζεστή κοτόσουπα που έφτιαξα;
Μμμ, θέλω. Να παραγγείλουμε και κανένα σουβλάκι; ρωτάει με μια ελπίδα αλλά…
Σουβλάκι; Μα τρελάθηκες; Κάθε χρόνο σου ράβω καινούρια στολή γιατί η προηγούμενη σου είναι στενή. Μήπως ξέχασες που έσκασε το λάστιχο προχτές στο έλκηθρό σου ή πέρυσι που βυθίστηκες μαζί μ’ αυτό μέσα στο χιόνι μόλις ανέβηκες πάνω;
Δεν έφταιγα εγώ. Το τσουβάλι με τα δώρα ήταν βαρύ. Μπορώ να φάω τουλάχιστον ένα μελομακάρονο μπας και γλυκαθώ;
Α! Εσύ δεν τρώγεσαι με τίποτα. Όχι!!! `Ενα πιάτο κοτόσουπα μονάχα. Είναι και βράδυ. Συγκρατήσου λιγάκι.
Μμμ, καλά.
Ο `Αγιος Βασίλης σηκώνεται φανερά απογοητευμένος και πηγαίνει προς το παράθυρο.

Α! Ωραία. Μια που σηκώθηκες, μπορείς να δοκιμάσεις λίγο και το πουλόβερ που σου πλέκω για την Πρωτοχρονιά;
Η κυρά Βασιλική, πηγαίνει κοντά του, ενώ κρατάει στα χέρια της ένα μικροσκοπικό κόκκινο πουλοβεράκι που φυσικά δεν του κάνει. Προσπαθεί να το δοκιμάσει, μα δεν μπαίνει με τίποτα.

Ορίστε! Στα έλεγα εγώ. Δεν σου κάνει. Παραπάχυνες. Τώρα;
Κυρά Βασιλική, νομίζω ότι όταν έπλεκες το πουλόβερ φορούσες τα μεγεθυντικά σου γυαλιά. Αυτό κάνει για τη γάτα μας τη Βασιλούλα, λέει ο `Αγιος Βασίλης
Πραγματικά, η κυρά Βασιλική, βγάζει τα γυαλιά της και συνειδητοποιεί ότι το πουλοβεράκι είναι μια σταλίτσα.
Μπα σε καλό μου. Μα τους χίλιους κουραμπιέδες! Σαν να έχεις δίκιο καλέ μου. Και εσύ τελικά δεν είσαι και τόσο παχουλούλης. Μου φαίνεται ότι έχεις και λίγο αδυνατίσει. Να με συμπαθάς. Θα το δώσω στη γάτα μας τη Βασιλούλα και σένα θα σου φτιάξω άλλο. Πάω όμως γρήγορα τώρα να σερβίρω. Θα φέρω και δύο μελομακάρονα να σε γλυκάνω.
Η κυρά Βασιλική, πάει στην κουζίνα να ετοιμάσει το δείπνο και ο `Αγιος Βασίλης μένει μόνος του. Εκείνη την ώρα χτυπάει το κινητό του τηλέφωνο, ενώ κατευθύνεται για άλλη μια φορά προς το έλατο, το οποίο είναι γυμνό. Δεν έχει πάνω του ούτε ένα στολιδάκι!

Ναι, μάλιστα, ορίστε, λέγετε παρακαλώ; Ποιος είναι; Ποιον θέλετε; Α! έλα καλικατζαρούκο μου. `Εχουμε κανένα νέο; ρωτάει με αγωνία ο `Αγιος Βασίλης
………………………………
`Όχι, μη μου πεις! Για λέγε.
…………………………….
Μη μου πεις. Δεν το πιστεύω! Για λέγε. Για λέγε!
……………………
Μη μου λες. Απίστευτο! Για πες μου, για πες μου.
………………………
Καλά. Τι να κάνουμε. Θα το καταπιώ κι αυτό. Σ’ ευχαριστώ. Καλά Χριστούγεννα και σε σένα καλικατζαρούκο μου.
Ο `Αγιος Βασίλης κλείνει το κινητό του κι εκείνη την ώρα μπαίνει η κυρά Βασιλική, κρατώντας ένα δίσκο με δύο πιάτα. Τον τοποθετεί στο τραπέζι.
Πω-πω πώς αχνίζει. `Ο,τι πρέπει είναι τώρα με την κούραση που έχεις. `Ελα, πλησίασε να φάμε, `Αγιε μου Βασίλη.
Ξεκινάνε το φαγητό τους, ρουφώντας ρυθμικά και δυνατά την κάθε κουταλιά. Δεν περνάει μισό λεπτό και ο `Αγιος Βασίλης, ο οποίος πεινούσε πολύ, έχει ήδη τελειώσει την κοτόσουπά του.

Σιγά χριστιανέ μου. Πότε την έφαγες κιόλας;
Δεν φταίω εγώ, το κοτόπουλο μέσα στο πιάτο πρέπει να ήταν ζωντανό και να μου ρούφηξε τη σούπα μου…
Η κυρά Βασιλική σκάει στα γέλια με το αστείο αυτό για αρκετή ώρα ενώ ο ίδιος βάζει πάλι τα χέρια του στα μάγουλά του και ούτε καν χαμογελάει. Σε λιγάκι…

Μα καλέ μου, τι σου συμβαίνει; Είσαι στενοχωρημένος; Κάτι σε απασχολεί; Πες μου μένα.
Ε, ναι! Κάτι μου συμβαίνει. Είμαι στενοχωρημένος. Κάτι με απασχολεί. Αλλά δεν σου λέω.
Καλά. `Όπως αγαπάς. Πάντα πεισματάρης. Πάντα καταπίνεις τις στενοχώριες σου κι αυτό να ξέρεις σε παχαίνει. Τέλος πάντων. Ας βάλουμε κανένα χριστουγεννιάτικο τραγουδάκι να μπούμε στο πνεύμα των γιορτών σιγά – σιγά.
Σηκώνεται, μαζεύει το τραπέζι και πάει στο κασετόφωνο. Βάζει το τραγούδι «Ω! έλατο». Δυναμώνει την ένταση και αρχίζει να χορεύει.

`Όμως ο `Αγιος Βασίλης δεν αντέχει άλλο πια και ξεσπάει σε κλάματα. Η κυρά Βασιλική που χορεύει με γυρισμένη την πλάτη της δεν τον καταλαβαίνει και συνεχίζει ακάθεκτη να τραγουδάει και να χορεύει το «Ω! έλατο, ω! έλατο, μ’ αρέσεις πώς μ’ αρέσεις». Ο `Αγιος Βασίλης τότε ξεσπάει σε πολύ δυνατούς λυγμούς, φυσάει με δύναμη την κόκκινη μύτη του και … επιτέλους η κυρά Βασιλική τον βλέπει. Τρομαγμένη και απορημένη, κλείνει αμέσως το κασετόφωνο και τρέχει κοντά του, ενώ με ένα μαντήλι σκουπίζει τον ιδρώτα από το μέτωπό της από τον πολύ χορό.

Μα τι χίλιες νιφάδες! Ω! καημενούλη μου. Τι έχεις; Τι σου συμβαίνει; Δεν μπορώ να σε βλέπω έτσι!
Εκείνος σκουπίζει τη μύτη του. Τη ρουφάει καλά – καλά και της λέει με παραπονιάρικο ύφος.

Το έλατό μας. Κοίτα το. Είναι άδειο. Δεν έχει στολίδια. Ούτε αστέρι. Ούτε φωτάκια. Ούτε φάτνη. Ούτε χιόνι. Ούτε τίποτα. `Εφτιαξα όλα τα δώρα στο εργοστάσιο παιχνιδιών της Καισαρείας και δεν περίσσεψε τίποτα για το δέντρο μας. Με πήρε και ο Καλικατζαρούκος να μου πει ότι δεν υπάρχουν πουθενά αλλού στολίδια τώρα πια. `Ολοι έχουν κιόλας στολίσει τα δέντρα τους. Δεν έχουμε πια καμία ελπίδα να βρούμε και για μας κάτι. Κανείς δεν με σκέφτηκε εμένα. Κανείς δεν μ’ αγαπάει. Κι αμέσως ξεσπάει σε ακόμα πιο δυνατούς λυγμούς.
Η κυρά Βασιλική κλείνει τα αυτιά της γιατί είναι και λίγο παράφωνος ο άντρα της. Μετά τον χαϊδεύει στο σκουφί του, του σκουπίζει τα μάτια και τη μύτη και του λέει.

Μα γι’ αυτό σκας `Αγιε μου Βασίλη; Μα τους χίλιους τάρανδους, αυτό δεν το περίμενα. `Ελα, φάε ένα μελομακάρονο να γλυκαθείς κι άκου προσεχτικά τι θα σου πω. Δίνει ένα μελομακάρονο στον `Αγιο Βασίλη, ο οποίος καθώς το τρώει λέει μπουκωμένος…
Μήπως έχεις κι έναν κουραμπιέ;
Καλέ μου `Αγιε Βασίλη. Ξέρω πόσο καλός είσαι και πόσο αγαπάς όλα τα παιδιά του κόσμου. Γι’ αυτό και κάθε χρόνο βάζεις τα δυνατά σου να τα ευχαριστήσεις με τα υπέροχα δώρα σου. Ξέρω επίσης πόσο κουράζεσαι κάθε φορά για να φτιάξεις τόσα δώρα, να διαβάσεις όλα τα γράμματα των παιδιών και να φτιάξεις τη λίστα μ’ αυτά που ζητάει το καθένα. Ιδίως φέτος που γεννήθηκαν ένα σωρό ακόμη παιδάκια, οι υποχρεώσεις σου διπλασιάστηκαν. Όμως μην νομίζεις ότι δεν σ’ αγαπάει κανείς και δεν αναγνωρίζει το έργο που κάνεις. Και για να στο αποδείξω σου έχω μια έκπληξη.
Η κυρά Βασιλική που τόση ώρα μιλούσε, δεν είχε καταλάβει ότι ο `Αγιος Βασίλης από την κούραση και την στενοχώρια του είχε βυθιστεί σε ύπνο. Μόλις άκουσε όμως το ροχαλητό του, γέλασε σιγά και χωρίς να κάνει θόρυβο σηκώθηκε και πήγε δίπλα στο τζάκι όπου εκεί υπήρχε ένα τσουβάλι. Το πήρε και πήγε προς το παράθυρο.

Παιδάκιααα, παιδιά μου, ελάτε μέσα, προτού ξεπαγιάσετε.
Μπαίνουμε στο σπίτι όλοι χαρούμενοι αλλά πρέπει να κάνουμε ησυχία. Η κυρά Βασιλική μας εξηγεί ότι μας είδε από την αρχή που φτάσαμε έξω από το παραθύρι της και μας ξέρει όλους από το junior, όπου μας διαβάζει συνέχεια.

Σε όλους μας δίνει από ένα γλυκό φιλάκι και μας κερνάει από ένα μελομακάρονο. Μετά, φέρνει ένα μεγάλο πράσινο τσουβάλι και λέει στα γρήγορα ότι έχει φτιάξει από χρυσόχαρτο και ασημόχαρτο ένα σωρό αστεράκια που τα είχε για να στολίσει το χριστουγεννιάτικο δέντρο τους. Είναι όμως πολλή χαρούμενη που βρεθήκαμε κοντά της αυτή τη στιγμή γιατί θα την βοηθήσουμε να στολίσει το έλατο.

Πραγματικά λοιπόν, μας δίνει από ένα αστεράκι και χωρίς να κάνουμε τον παραμικρό θόρυβο, πάμε πατώντας στις μύτες των ποδιών μας και κρεμάει ο καθένας από μας το δικό του αστεράκι. Η κυρά Βασιλική, στο τέλος βάζει γύρω – γύρω όμορφα λαμπιόνια που είχε από πέρυσι. Είμαστε όλοι πολύ χαρούμενοι και τα παιδάκια είναι καταπληκτικά.

Μόλις τελειώνουμε το στολισμό του δέντρου η κυρά Βασιλική βάζει με προσοχή ένα μεγάλο αστέρι στο χέρι του `Αγιου Βασίλη και προτρέπει όλα τα παιδιά να πουν με μια φωνή: «Αγιε μας Βασίλη ξύπνααα!»

Πραγματικά λοιπόν, τα καλά παιδάκια φωνάζουν τόσο δυνατά που ο Αγιος Βασίλης πετάγεται όρθιος, κρατώντας, χωρίς να το έχει καταλάβει, το αστέρι στο χέρι του, ενώ από την τρομάρα του λέει διάφορες ασυναρτησίες:

Ποιος είναι; Τι συμβαίνει; `Όχι, δεν το έκλεψα εγώ το μελομακάρονο από το μπολ. Ο τάρανδος το έφαγε…
Καλέ τι λες; `Ονειρο έβλεπες; του λέει η κυρά Βασιλική προσπαθώντας να τον συνεφέρει.
Τότε ο `Αγιος Βασίλης μας βλέπει όλους μπροστά του και ξαφνιάζεται.

Μα τι συμβαίνει; Πώς βρεθήκατε εσείς εδώ, μας ρωτάει.
Γεια σου `Αγιε Βασίλη,
φωνάζουν τα παιδάκια όλα μαζί, θαρρετά ενώ εγώ ντρέπομαι λιγάκι και δεν βγάζω μιλιά.

Είδες που σου είπα ότι δεν πρέπει να στενοχωριέσαι χωρίς λόγο;. Σου φυλούσα μία έκπληξη. Να την λοιπόν. Τα βλέπεις αυτά τα πολύ καλά και γλυκά παιδιά εδώ μπροστά σου; `Ηρθαν για σένα. Να σου φέρουν χαρά γιατί σε αγαπάνε πολύ και δεν θέλουν να σε βλέπουν στενοχωρημένο. Ορίστε! Κοίτα τι έκαναν. Στόλισαν το δέντρο μας.
Το δέντρο μας; Ποιο δέντρο μας; ρωτάει φανερά απορημένος ο `Αγιος Βασίλης.
Αυτόοο , φωνάζουν τα παιδάκια και δείχνουν με το δαχτυλάκι τους το έλατο δίπλα το τζάκι.
Ο `Αγιος Βασίλης γυρίζει και βλέπει το όμορφο χριστουγεννιάτικο δέντρο γεμάτο στολίδια.

Κι αυτό που κρατάς στα χέρια σου είναι η κορφή που θα την βάλεις εσύ για να είναι πανέτοιμο, λέει η κυρά Βασιλική.
Ο `Αγιος Βασίλης κοιτάζει το χέρι του και έκπληκτος βλέπει το μεγάλο αστέρι. Τα παιδάκια γελάνε, το ίδιο κι εγώ. Φανερά συγκινημένος, πλησιάζει στο έλατο ενώ πάλι αρχίζει να ρουφάει τη μυτούλα του. Βάζει με προσοχή την κορφή ψηλά στο δέντρο και η κυρά Βασιλική το καλώδιο στην πρίζα. Τα φωτάκια ανάβουν και το δέντρο φαντάζει εκπληκτικό. Τότε τα παιδάκια κι εγώ χτυπάμε παλαμάκια ενώ ο `Αγιος Βασίλης αγκαλιάζει τρυφερά από τους ώμους τη γυναίκα του. Βάζει ξανά τα κλάματα (όπου μας ξεκουφαίνει λιγάκι αλλά είναι τόσο γλυκούλης. Μου φαίνεται πως θα κλάψω κι εγώ… Σνιφ.):

Σ’ ευχαριστώ αγαπημένη μου κυρά Βασιλική. Και σας παιδάκια σας ευχαριστώ πολύ. Είμαι πολύ χαρούμενος τώρα, και αυτό οφείλεται σε όλους εσάς. Με κάνατε πολύ ευτυχισμένο.
Εκείνη την ώρα η κυρά Βασιλική μας φωνάζει όλους να πάμε κοντά τους κι εκείνη πηγαίνει τρέχοντας σχεδόν στο κασετόφωνο και βάζει το τραγούδι «Ω! έλατο». Δυναμώνει την ένταση, πλησιάζει πάλι κοντά μας και χαρούμενοι όλοι μας τραγουδάμε δυνατά «Ω! έλατο, ω! έλατο, μ’ αρέσεις πώς μ’ αρέσεις…»
 


Τίτλος: Απ: Για τους μικρούς μας φίλους-Παραμύθια
Αποστολή από: Lia_P στις Δεκέμβριος 19, 2007, 20:56:06 μμ
(https://s1.tinypic.com/7wygihd_th.jpg)

Ο Ολυμπιονίκης Χρόνος

Ο νέος χρόνος που σε λίγο θα ξημέρωνε δεν ήταν ένας χρόνος σαν τους άλλους. Φορούσε αθλητική φόρμα και λαστιχένια παπούτσια.
Ερχόταν από πολύ μακριά και διέσχιζε όλον τον κόσμο τρέχοντας. Κρατούσε μια δάδα με την ολυμπιακή φλόγα της Ειρήνης και της Συμφιλίωσης των λαών στο χέρι του.

΄Ηταν δυνατός κι όμορφος σαν αρχαίος ΄Ελληνας θεός. Απ'όπου κι αν περνούσε, σε κάθε του βήμα, φύτρωνε ένα λουλουδάκι.

Οι ξένες πόλεις με τους δρόμους και τα μονοπάτια που διέτρεξε, είχαν γίνει ένας απέραντος ολάνθιστος κήπος πίσω του. Σε λίγο, ο Ολυμπιονίκης χρόνος θα έφτανε έξω από την πύλη της δικής του μάνας πόλης που τον γέννησε, της Αθήνας.
Μόλις την αντίκρυσε από μακριά, υγράνθηκαν τα μάτια του.
Η μητέρα Αθήνα στεκόταν μπροστά στην πόρτα της γιαγιάς Ελλάδας και τον περίμενε με μια ολάνοιχτη αγκαλιά. Δίπλα της έστεκε μια άλλη γυναίκα, πιο νέα, η Αρετή. Ο Ολυμπιονίκης χρόνος παντρεύτηκε την Αρετή από πολύ μικρός. Οι δυό τους ήταν αχώριστοι, ώσπου η Αρετή του χάρισε ένα πανέμορφο κοριτσάκι, την ΄Αμιλλα. Ο Ολυμπιονίκης χρόνος έπαιρνε πάντα μαζί του στην προπόνηση την ΄Αμιλλα.

Την έδειχνε με καμάρι στους έλληνες συναθλητές του μέσα στο στάδιο και όλοι την αγάπησαν και την είχαν για γούρι όταν αγωνίζονταν μεταξύ τους ή με αθλητές ξένων χωρών. Η ΄Αμιλλα μόλις αντίκρυσε τον μπαμπά της το χρόνο να έρχεται από μακριά, άφησε το χέρι της Αρετής που την κρατούσε κι έτρεξε προς αυτόν.
Ο χρόνος την πήρε στο άλλο χέρι και τη σήκωσε δίχως να σταματήσει να τρέχει.
Με την ΄Αμιλλα της Αρετής λοιπόν στο αριστερό χέρι και με τη δάδα της Ειρήνης στο δεξί, ο Ολυμπιονίκης χρόνος πέρασε την πόρτα της γιαγιάς Ελλάδας κι έπεσε στην αγκαλιά της μητέρας Αθήνας. Οι καμπάνες όλου του κόσμου σήμαιναν 12 ακριβώς. "Καλώς ήρθες Ολυμπιονίκε χρόνε!". Οι ζητωκραυγές ντυμένες γιορτινά καλοσώριζαν με ενθουσιασμό τον Ολυμπιονίκη χρόνο, ενώ τα σκανταλιάρικα πυροτεχνήματα χοροπηδούσαν σαν τρελλά ολόγυρα κι έβαφαν σαν τέμπερες τον ουρανό.

Η κυρία Υποδοχή στολίστηκε με ροδοπέταλα κι ήρθε μαζί με τη φίλη της τη Γιορτή που φορούσε σκουλαρίκια σημαιάκια. Στην εξέδρα των επισήμων η γιαγιά Ελλάδα και δίπλα της η Υπερηφάνεια, η Θέληση, η Επιμονή και η Πίστη. Πιο πίσω στέκονταν καμαρωτά το Πείσμα, το Θάρρος και η Προσπάθεια. Ο Ολυμπιονίκης χρόνος γονάτισε ευλαβικά μπροστά τους. "Σας ευχαριστώ. Δίχως εσάς δεν θα κατάφερνα να γυρίσω πίσω νικητής", είπε και η μητέρα Αθήνα έκανε ένα νόημα στην Εναρξη που περίμενε πίσω από την εξέδρα.

Η Εναρξη με τη σειρά της χτύπησε τα χέρια της κι είπε "πάμε".

Η κυρία Μουσική με τα γυαλιά που περίμενε δίπλα από την εξέδρα, φύσηξε τις νότες της κι αυτές σκορπίστηκαν στον αέρα σαν φυσαλίδες. Τότε δύο ψηλές γυναίκες, η Τελετή και η Επισημότητα που φορούσαν άσπρες χλαμίδες, προχώρησαν αργά προς το μέρος του. "Καλώς ήρθες γυιέ μου Ολυμπιονίκε χρόνε", είπε η γιαγιά Ελλάδα, που παρόλα τα χρονάκια της, στεκόταν αγέρωχη δίπλα στην Υπερηφάνεια.
Οι φωνές τραγούδησαν τον Ολυμπιακό ΄Υμνο. ΄Ένα γλυκό κοριτσάκι, η Συγκίνηση, ήρθε και του έβαλε δυό δάκρυα στα μάτια κι ετοίμασε άλλα δύο. Από ένα βουνό ψηλά παρακολουθούσε σιωπηλά η κυρία Ιστορία.
΄Υστερα η γιαγιά Ελλάδα τον στεφάνωσε με ένα δάφνινο στεφάνι, έτσι όπως στεφάνωνε τους νικητές, τότε που την έλεγαν Αρχαία Ελλάδα.


Τίτλος: Απ: Για τους μικρούς μας φίλους-Παραμύθια
Αποστολή από: Lia_P στις Δεκέμβριος 19, 2007, 21:03:18 μμ
(https://www.kleurplaten.nl/kleurplaten/5243.gif)


Τίτλος: Απ: Για τους μικρούς μας φίλους-Παραμύθια
Αποστολή από: Lia_P στις Φεβρουάριος 16, 2008, 12:47:38 μμ
                                         Η ιστορία του Αρλεκίνου

 Μια φορά κι έναν καιρό στην πόλη με τις γόνδολες, τη Βενετία, ζούσε ένα φτωχό παιδάκι, ο Αρλεκίνος. Τις μέρες της Αποκριάς, στη Βενετία γιορτάζουν το καρναβάλι με παρελάσεις και γιορτές. Όλοι ντύνονται μασκαράδες και κρυμμένοι πίσω από τις μάσκες τους γλεντάνε μέχρι το πρωί.

Ο μικρός Αρλεκίνος, κάθε απόγευμα, καθόνταν στο παράθυρο, έβλεπε τους γελαστούς μασκαράδες που περνούσαν παρέες παρέες κάτω από το σπίτι του και μερικές φορές ένα δάκρυ κυλούσε στο μαγουλάκι του.  Θυμόταν πώς ντυνόταν κι αυτός μασκαράς μαζί με τον πατέρα του και τη μητέρα του και κάνανε βόλτες στην πλατεία το Αγίου Μάρκου με τα περιστέρια.  Τώρα πια όλα ήταν διαφορετικά ! Ο πατέρας είχε πεθάνει και η καημένη η μητέρα του με μεγάλη δυσκολία κατάφερνε να πληρώνει τα έξοδά τους.  Σκούπιζε, λοιπόν, το δάκρυ του και χαιρετούσε τους γελαστούς μασκαράδες που του φώναζαν να κατέβει μαζί τους στο γλέντι.

Η μαμά του είδε το κρυφό δάκρυ του Αρλεκίνου και ανέβηκε στη σοφίτα αποφασισμένη να βρει κάτι, έστω κι ένα παλιό ρούχο, για να μασκαρέψει το λυπημένο παιδί της. Κάτι μικρά κουρελάκια από υφάσματα της έδωσαν την ιδία ! Τα μάζεψε όλα, πήρε τα ραφτικά της και δούλεψε  μέχρι το πρωί. Ένωσε τα μικρά κομματάκια, έκανε ένα μεγάλο πολύχρωμο πανί και μ’ αυτό έραψε μια φανταχτερή στολή, που άλλη δεν είχε ξαναγίνει !
Ξύπνησε χαρούμενη το Αρλεκίνο και τον έντυσε με τη στολή. Φούντωσε τα κατσαρά καστανά μαλλάκια του παιδιού και, σαν τελευταία πινελιά, άνοιξε δυο τρύπες με το ψαλίδι της σε μια μαύρη βελούδινη λωρίδα και την έδεσε στα μάτια του παιδιού για μάσκα ! Το αποτέλεσμα ήταν θαυμάσιο !

Ευτυχισμένος ο Αρλεκίνος, με τα δάκρυα απ’ τα παράπονα να λάμπουν στα ματάκια του, έδωσε ένα σκαστό φιλί στη μανούλα του και έτρεξε στην πλατεία.
Τα πυροτεχνήματα έλαμπαν στον ουρανό και τα παιδιά μάζευαν καραμέλες και σοκολάτες που  πετούσαν οι άρχοντες από τα μπαλκόνια.
Όταν έφτασε στην πλατεία ο Αρλεκίνος, όλοι θαύμαζαν τη φορεσιά του, κι εκείνος χαρούμενος άρχισε να χορεύει χωρίς να φανερώνει ποιος είναι.
-   Ποιος είσαι; τον ρωτούσαν πολλοί. Είσαι από τη Βενετία; Που αγόρασες αυτή τη θαυμάσια στολή;

Ο Αρλεκίνος χαμογελούσε και κρατούσε καλά φυλαγμένο το μυστικό του, ώσπου μια κοπελίτσα τού άρπαξε τη μάσκα.
-   Είναι ο Αρλεκίνος ! φώναξαν κάποιοι ξένοι.
-   Αυτός είναι ο βασιλιάς του καρνάβαλου, φώναξαν όλοι μαζί και του πρόσφεραν φρούτα και γλυκά χορεύοντας χαρούμενοι γύρω του.
Ο Αρλεκίνος χόρεψε ξέφρενα όλη νύχτα και το πρωί γύρισε στο σπίτι του φορτωμένος με γλυκά.

Ένας χρόνος πέρασε.  Την επόμενη χρονιά, μόλις πλησίαζε η Αποκριά, όλοι έτρεξαν στη μητέρα του Αρλεκίνου και πλήρωναν όσο όσο για να ράψουν μια πολύχρωμη φορεσιά αρλεκίνου!



Τίτλος: Απ: Για τους μικρούς μας φίλους-Παραμύθια
Αποστολή από: mariaZ στις Ιανουάριος 22, 2010, 07:07:43 πμ
Να μαι κι εγώ. Θέλω να σας πω οτι με έχετε βοηθήσει πολύ στο θέμα της κόρης μου με διάφορα site που μου έχετε προτείνει εκπαιδευτικά κλπ. Θα εκτιμούσα ιδιαίτερα αν θα μπορούσαμε να συγκεντρώσουμε σε αυτό το θέμα ιστορίες του τόπου μας παραδοσιακές ή κάποια παραμύθια ή ιστορίες που σας έχουν διηγηθεί παππούδες και γιαγιάδες γιατί θέλω πραγματικά το  project που θα πραγματοποιήσουμε με το παραμύθι να είναι μοναδικό.Ευχαριστώ πολύ πολύ  @}->--
Κι εγώ θα ξεκινήσω με την ιστορία του Αγ. Πέτρου που μου την έλεγε συχνά ο παππούς μου και μου αρεσε πολύ .


Τίτλος: Απ: Για τους μικρούς μας φίλους-Παραμύθια
Αποστολή από: mariaZ στις Ιανουάριος 27, 2010, 17:51:50 μμ
Το παιδι που γεννηθηκε μεσα στην πετρα

Μια φορά κι έναν καιρό σε ένα μέρος χίλια και δύο βασίλεια πιο μακριά από εδώ έγινε ένα πραγματικά θαυμαστό γεγονός. Γεννήθηκε ένα παιδί, αλλά όχι όπως συνήθως γεννιούνται τα υπόλοιπα παιδιά. Το παιδί αυτό γεννήθηκε μέσα σε μία πέτρα. Την ίδια μέρα σε ένα άλλο σπίτι του χωριού γεννήθηκε και ένα άλλο παιδί, η δικιά το όμως γέννηση δεν είχε κάτι το διαφορετικό. Όπως ήταν φυσικό το παιδί που γεννήθηκε μέσα στην πέτρα τράβηξε από νωρίς την προσοχή όλων των κατοίκων του βασιλείου. Το βασίλειο αυτό ήταν ένα βασίλειο γερόντων καθώς δεν υπήρχαν παιδιά. Τα μόνα παιδιά που υπήρχαν ήταν το παιδί της πέτρας και το φυσιολογικό παιδί. Έτσι θέλοντας και μη τα δύο παδιά έκαναν πολύ παρέα μαζί μιας και δεν υπήρχαν άλλα άτομα της ηλικίας τους.

Η πέτρα που περιέβαλλε το αγόρι βρισκόταν στη μέση του χωριού. Μέσα στην πέτρα το παιδί ένιωθε το κρύο, τη ζέστη, άκουγε το φύσημα του αέρα και τους ανθρώπους να περνούν, αλλά δεν μπορούσε να μετακινηθεί και να δει τι υπήρχε γύρω από την πέτρα. Ακόμα, η φωνή μέσα από την πέτρα δεν ήταν πολύ δυνατή και για να τον ακούσει κάποιος έπρεπε να βάλει το αυτί του πάνω της.
Αν και αρχικά η εμφάνιση του παιδιού είχε προξενήσει μεγάλη περιέργεια στους κατοίκους του βασιλείου σταδιακά όλοι το ξέχασαν και κανείς δεν ενδιαφερόταν πια για αυτό. Όλοι το είχαν ξεχάσει, όλοι εκτός από το παιδί που είχε γεννθεί την ίδια μέρα με αυτό. Οι δυο τους είχαν γίνει πάρα πολύ καλοί φίλοι. Το ένα το παιδί ψιθύριζε πάνω στην πέτρα και το άλλο απαντούσε μέσα από αυτή. Το παιδί της πέτρας δεν μπορούσε να ξέρει ότι υπήρχε ουρανός, σύννεφα, ήλιος, δεν μπορούσε να ξέρει ότι άλλες μέρες ήταν πιο σκοτεινές και άλλες πιο φωτεινές, δεν μπορούσε να ξέρει ότι υπάρχουν χρώματα και μυρωδιές και ότι άλλα είναι πιο ωραία και άλλα λιγότερο. Το παιδί μέσα από την πέτρα ωστόσο έβλεπε και ένιωθε τον κόσμο μέσα από τα λόγια του άλλου παιδιού. Τον άκουγε να είναι χαρούμενος όταν έλεγε ότι η μέρα ήταν φωτεινή και τον άκουγε να είναι λιγότερο ζωηρός τις μέρες που έλεγε ότι η μέρα ήταν σκοτεινή. Με τον τρόπο αυτό, ερμηνεύοντας τα συναισθήματα του φίλου του, ερμήνευε ταυτόχρονα και τον κόσμο γύρω του. Ερμήνευε τις λέξεις και τη σχέση τους με το γύρω κόσμο.

Μέρα με τη μέρα, η φιλία των δύο παιδιών γινόταν όλο και μεγαλύτερη, όλο και δυνατότερη. Τα δύο παιδιά όμως δεν το καταλάβαιναν ότι μέρα με τη μέρα δένονταν όλο και περισσότερο. Δε καταλάβαιναν τι σημαίνει πραγματική φιλία. Μάλιστα η πραγματική φιλία ήταν το μόνιμο όνειρο του παιδιού που γεννήθηκε την ίδια μέρα με το παιδί της πέτρας. Το παιδί αυτό ονειρευόταν μία πραγματική φιλία. Τη φιλία αυτή την είχε ταυτίσει με μία φιλία όπου ο φίλος θα ήταν ένας άνθρωπος φυσιολογικός που να μην ζει σε καμία πέτρα ή κάτι. Που να μπορεί να βλέπει και να περπατά σαν και αυτό. Αγαπούσε το παιδί της πέτρας, αλλά δεν μπορούσε να πει ότι είναι φίλος του γιατί είχε ακούσει ότι οι πραγματικοί φίλοι έχουν πολλά κοινά και ότι πάνε μαζί βόλτες και ζουν φανταστικές περιπέτειες. Με το παιδί με την πέτρα όμως το μόνο κοινό που είχαν ήτνα η φωνή. Άλλωστε σε τι άλλο να μοιάαζει μία πέτρα και ένα παιδί. Όπως, όμως είπαμε και προηγουμένως στο βασίλειο αυτό δεν υπήρχαν άλλα παιδιά για να τα κάνει φίλους του. Έτσι κάθε μέρα παρακαλούσε στην προσευχή του να του δοθεί η ευκαιρία να φύγει μακριά από αυτό το βασίλειο και να μπορέσει να γνωρίσει ένα πραγματικό φίλο όπως ακριβώς τον είχε φανταστεί και άκουγε να τον περιγράφουν οι υπόλοιποι άνθρωποι.

Κάποια μέρα ενώ έλεγε για ακόμα μια φορά την ίδια προσευχή, ένα θαύμα πραγματοποιήθηκε. Ξαφνικά πίσω στην πλάτη του φύτρωσαν δύο μεγάλα και πανέμορφα φτερά. Όπως είναι φυσικό στην αρχή ξαφνιάστηκε, αλλά στην συνέχεια κατάλαβε ότι το όνειρό του είχε γίνει πραγματικότητα. Επιτέλους θα μπορούσε να φύγει από το βασίλειο και να γνωρίσει την πραγματική φιλία.
Πετούσε για πολλές μέρες μέχρι που είδε από ψηλά μία πολιτεία πάρα πολύ μεγάλη, γεμάτη ανθρώπους κάθε ηλικίας. Έτσι χωρίς δεύτερη σκέψη προσγειώθηκε και άρχισε να ψάχνει για ένα φίλο. Ήταν πάρα πολύ αστείος. Πήγαινε σε κάθε άνθρωπο που το ανάστημά του ταίριαζε με την εικόνα του τέλειου φίλου που είχε στο μυαλό του και του ζητούσε να γίνει φίλος του. Όλοι οι κάτοικοι αυτής της πολιτείας δεν πίστευαν στα μάτια τους όταν έβλεπαν τα μεγάλα φτερά που είχε και πίστευαν πως ήταν κάποιος άγγελος. Έτσι όχι μόνο δέχονταν να γίνουν φίλοι του, αλλά τον παρακαλούσαν γιατί πίστευαν ότι με αυτό τον τρόπο θα αποκτούσαν πλούτοι και δόξα.

Για αρκετές μέρες ένα μεγάλο πλήθος ανθρώπων ακουλουθούσε το παιδί με τα φτερά, σιγά σιγά όμως κουράστηκαν να κάνουν το φίλο του και να μην έχουν οι ίδιοι καμία ωφέλεια. Γι αυτό το λόγο ζήτησαν από το παιδί να κάνει ένα θαύμα για να βεβαιωθούν για τις αγγελικές του δυνάμεις. Του ζήτησα να εμφανίσει ένα μεγάλο πιθάρι γεμάτο χρυσάφι. Τότε το παιδί τους εξήγησε ότι δεν ήταν τίποτα άλλο από ένα απλό παιδί με φτερά. Από εκείη τη στιγμή, όταν κατάλαβαναν ότι από αύτή τη φιλία δεν θα κέρδιζαν τίποτα τον άφησαν όλοι. Πλέον κανείς δεν τον ακολουθούσε, κανείς δε μιλούσε μαζί του, κανείς δεν του έδινε σημασία.
Το παιδί στεναχωρήθηκε πάρα πολύ, κάθισε πάνω σε μία μεγάλη πέτρα και άρχισε να κλαίει. Τότε αυθόρμητα έγειρε πάνω στην πέτρα και άρχισε να της ψιθυρίζει όλα όσα έπαθε, ακριβώς όπως έκανε στην πέτρα που μέσα της βρίσκονταν το άλλο παιδί. Όταν σταμάτησε να λέει όλα όσα είχε τραβήξει έβαλε το αυτί του πάνω στην πέτρα και περίμενε να ακούσει ένα λόγο παρηγοριάς. Κατάλαβε όμως ότι αυτή ήταν μία απλή πέτρα. Κατάλαβε ακόμα πόσο του είχε λείψει το παιδί της πέτρας. Κατάλαβε ότι η πραγματική φιλία δε βρισκόταν πουθενά αλλού παρά μέσα σε μία πέτρα.

Στην άλλη άκρη της γης το παιδί της πέτρας ήταν ολομόναχο. Έκλαιγε ασταμάτητα και φώναζε το όνομα του φίλου του, αλλά καμία απάντηση. Για μέρες η μοναδική του συντροφιά ήταν ο ίδιος του ο εαυτός και δεν μπορούσε να αντέξει άλλο τόσο μεγάλη μοναξιά. Έκλαψε τόσο πολύ που το δάκρυ του είχε ποτίσει ολόκληρη τη μεγάλη πέτρα που τον περιέβαλε. Τόσο πολύ ήταν το δάκρυ που τα πουλάκια σταματούσαν πάνω στην πέτρα για να πιουν. Ξαφνικά άκουσε ένα παράξενο θόρυβο. Ένιωσε να ξεκολλάει ολόκληρος και να πετά ψηλά στον ουρανό. Απόρησε για μια στιγμή, αλλά αμέσως άκουσε τη πιο γνώριμη φωνή στον κόσμο για αυτόν και κατάλαβε ότι τον είχε αγκαλιάσει ο φίλος του και ότι απ τη χαρά του τον είχε ταβήξει ψηλά στον ουρανό. <<Βρήκες φίλο;>> τον ρώτησε. <<Ο μόνος μου φίλος είσαι εσύ>> του απάντησε. Ήταν μια πολύ όμορφη στιγμή. Το παιδί με τα φτερά να έχει αγκαλιάσει το παιδί της πέτρας και να πετάνε μαζί μεταφορικά και κυριολεκτικά από χαρά στον ουρανό. Η στιγμή αυτή όμως κόπηκε με μιας. Η πέτρα όπως είπαμε είχε βραχεί γύρω, γύρω από το κλάμα του αγοριού και έτσι γλιστρούσε πάρα πολύ. Χωρίς να το καταλάβει το παιδί με τα φτερά την χάνει από τα χέρια του και η πέτρα με το φίλο του άρχισαν να πέφτουν με δύναμη κάτω. Έπεφτε, έπεφτε, έπεφτε μέχρι που το φτερωτό παιδί την έχασε από τα μάτια του. Ένας μεγάλος κρότος ακούστηκε μόλις έπεσε η πέτρα. Φοβήθηκε ότι είχε χάσει τον μόνο πραγματικό φίλο που είχε και έτρεξε να δει τι είχε γίνει.
Μετά το φοβερό αυτό χτύπημα η πέτρα άνοιξε στα δύο και το παιδί βγήκε από μέσα της για πρώτη φορά στη ζωή του. Κοίταξε στον ουρανό και είδε το φίλο του να κατεβαίνει γεμάτος ανησυχία. Αγκαλιάστηκαν για ακόμη μια φορά και έκλαψαν από χαρά και συγκίνηση. <<Βλέπω και όλα είναι ακριβώς όπως μου τα είπες>> είπε το παιδί της πέτρας. <<Ότι είπες είναι όλη μου η ζωή>> απάντησε το φτερωτό παιδί.

Τα δυο παιδιά πιάστηκαν χέρι χέρι και μαζί κατάφεραν να γίνουν βασιλιάδες ενός μεγάλου βασιλείου. Παντρεύτηκαν και οι δυο τους με γυναικες αξιοζήλευτες στην ομορφιά και τη σοφία, έκαναν πολλά παιδιά και οι δυο τους και οι δύο οικογένειες έζησαν μαζί καλά και εμείς καλύτερα....

πηγη:
adamhbl.wordpress.com


Τίτλος: Απ: Για τους μικρούς μας φίλους-Παραμύθια
Αποστολή από: linmak88 στις Ιανουάριος 27, 2010, 17:57:13 μμ
Τι τρυφερό....