Επιλογές μελών

Όνομα Χρήστη

Κωδικός Πρόσβασης

Να με θυμάσαι
Υπενθύμιση Κωδικού Πρόσβασης;
Αρχική arrow Γλωσσάρι
Γλωσσάρι μαγειρικών όρων.

Να αρχίζει από Να περιέχει Ακριβής όρος

Υποβολή όρου
Όλα | A | B | C | D | E | F | G | H | I | J | L | M | O | P | Q | R | S | T | Ά | Α | Β | Γ | Δ | Ε | Έ | Ζ | Θ | Κ | Λ | Μ | Ν | Ξ | Ο | Π | Ρ | Σ | Τ | Φ | Χ | Ψ | Ω

Όλα
Υπάρχουν 385 όροι σε αυτό το γράμμα.
Σελίδες: Προηγ...1 2 3 4 5 6 7 8 9 10 11 12 13 14 15 16 17 18 19 20 ... Επόμ
Όρος Περιγραφή
ΤσιγαρίζωΧρωματίζουμε μια τροφή σε βούτυρο ή λάδι για λίγα λεπτά
 
Τσίλι (Chilli)
  • Σάλτσα. Καυτερή και πιπερώδης κέτσαπ, συνοδεύει πιάτα της Κινέζικης ή άλλης ανατολίτικης κουζίνας.
  • Σκόνη. Ένα μείγμα μπαχαρικών με βάση την καυτερή πιπεριά, όπου προστίθεται κόκκινη γλυκιά πιπεριά, κύμινο τριμμένο, ρίγανη και σκόρδο.
 
Τσίλι-κον-κάρνε (Chilli con carne)Περισσότερο πιάτο TEX-MEX παρά μεξικάνικο, αποτελείται από κιμά ψημένο στην κατσαρόλα με κρεμμύδια, τομάτες, σκόρδο, κόκκινα φασόλια kidney, αρωματικά και μπαχαρικά, π.χ. καυτερή πιπεριά. Σερβίρεται με λευκό ρύζι, τορτίγιας και σαλάτα.
 
Τσιπολάτα (Chipolata)Λουκάνικα. Μικρά λουκάνικα από την Αγγλία, χοιρινά ή μοσχαρίσια, κατάλληλα για τηγανητά ή ψητά στη σχάρα.
 
ΤσιτσιραυλαΕίναι τα μικρά βλασταρια ενός θάμνου που τα φτιάχνουν τουρσάκι και φυλάσσονται σε νερό και ξύδι.  Γνωστός τσιπουρομεζές στο Βόλο.
 
Τσόπστικς (Chopsticks)Ζευγάρι, από ξύλινα, πλαστικά ή φίλντισι μπαστουνάκια, που χρησιμοποιούνται σαν μαχαιροπίρουνα στην Άπω Ανατολή.
 
Τσορίθο (Chorijo)Λουκάνικο σαν σαλάμι από την Ισπανία, από χοιρινό κρέας, κομμάτια λίπους, σκόρδο και πάπρικα. Σερβίρεται σαν ορεκτικό ή σαν κύριο πιάτο μαζί με ρεβύθια.
 
ΤσουκαλόκαυτοΕίδος κρασιού βρασμένο με κανέλα και γαρίφαλο
 
Φαλαφέλ (Falafel)Μικροί κεφτέδες που γίνονται από ρεβύθια. Ωμά ρεβύθια μαλακώνουν αρκετές ώρες στο νερό, αλέθονται, αναμειγνύονται με πληγούρι ή σπασμένο σιτάρι, σκόρδο, μπαχαρικά και αυγό και τηγανίζονται.
 
Φάρς, Φαρσί (Farce, Farci)Γαλλική λέξη που σημαίνει γέμιση για πουλερικά, κρέατα, ψάρια και λαχανικά. Φαρσί είναι γαλλικός όρος και σημαίνει οποιαδήποτε τροφή έχει γεμιστεί με κάποιο είδος γέμισης.
 
Φαρφάλες (Farfalle)Κοντό ζυμαρικό που μοιάζει στο σχήμα με φιογκάκι.
 
Φασόλι φλαζολέ (flageolet)Πράσινο φασόλι από την οικογένεια των φασολιών kidney: Παράγεται κυρίως στην Γαλλία και στην Ιταλία. Τρώγεται ή σαν φρέσκο λαχανικό ή αποξηραμένο σαν όσπριο. Έχει μια χαρακτηριστική λεπτή γεύση και θεωρείται φασόλι ανώτερης ποιότητος. Μπορούμε να το βρούμε εύκολα σε κονσέρβες.
 
Φάτζ (Fudge)Ένα μαλακό γλυκό παρασκεύασμα από σιρόπι, γάλα, βούτυρο, μυρωδικά, ξηρούς καρπούς, φρούτα, σοκολάτα ή καφέ.
 
ΦατουράδαΠοτό από εσπεριδοειδή.
 
Φεϊζογιάδα (Feijoada)Το εθνικό πιάτο της Βραζιλίας. Φαγητό κατσαρόλας που αποτελείται από μαύρα φασόλια, διάφορα είδη κρέατος, λουκάνικα, μπέηκον, κρεμμύδια, σκόρδα, τομάτες, καυτερή πιπεριά, μαϊντανό και άλλα μυρωδικά και μπαχαρικά.
 
Φιλέ μινιόν (filet mignon)Γαλλικός όρος για μικρό μοσχαρίσιο φιλέτο που συνήθως ψήνεται στη σχάρα ή τηγανίζεται.
 
Φιμέ (Fumet)Γαλλικός όρος για συμπυκνωμένο ζωμό ψαριού που έχει γίνει με μικρά κομματάκια ψαριών.
 
Φλαμπέ (Flamber)Τροφή που περιχύνεται με οινοπνευματώδες ποτό κυρίως μπράντυ ή δυνατό λικέρ και ανάβεται για να παρουσιαστεί φλεγόμενη.
 
Φλάν (Flan)Γαλλικός όρος για μια ανοιχτή τάρτα με κρέμα. Επίσης ένα άλλο όνομα για την κρέμα καραμελέ, που χρησιμοποιείται στην Ισπανία και Πορτογαλία.
 
Φλάπζακ (Flapjack)Τραγανό μπισκότο από νιφάδες βρώμης, βούτυρο, ζάχαρη. Ψήνεται σε ρηχό ταψί και κόβεται συνήθως σε τετράγωνα κομμάτια ή μπαστουνάκια.
 


Όλα | A | B | C | D | E | F | G | H | I | J | L | M | O | P | Q | R | S | T | Ά | Α | Β | Γ | Δ | Ε | Έ | Ζ | Θ | Κ | Λ | Μ | Ν | Ξ | Ο | Π | Ρ | Σ | Τ | Φ | Χ | Ψ | Ω